Το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης, ή μυαλγικής εγκεφαλομυελίτιδας, αποτελεί παθολογική κατάσταση που χαρακτηρίζεται από σημαντική κόπωση και αδυναμία, που δεν αποκαθίστανται με μέτρα ανάπαυσης. Σύμφωνα με μελέτες η επίπτωση του συνδρόμου κυμαίνεται από 0,007% έως 2,8% στον γενικό ενήλικο πληθυσμό.Το νόσημα εμφανίζεται σε υψηλότερα ποσοστά μεταξύ 40 και 70 ετών. Οι γυναίκες προσβάλλονται πιο συχνά από τους άνδρες. Το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης είναι πολυσυστηματικό νόσημα που χαρακτηρίζεται από σοβαρή κόπωση που διαρκεί και συνοδεύεται από γνωστική δυσλειτουργία, προβλήματα ύπνου, δυσλειτουργία του αυτόνομου συστήματος, αδιαθεσία μετά την άσκηση.
Ο όρος σύνδρομο χρόνιας κόπωσης έχει χρησιμοποιηθεί για να σηματοδοτηθεί η σύνθετη φύση του συνδρόμου. Στη μυαλγική εγκεφαλίτιδα- σύνδρομο χρόνιας κόπωσης, οι παθοφυσιολογικοί μηχανισμοί είναι πολλαπλοί και σύνθετοι όπως διαταραχές στο προφίλ ιντερλευκινών, βλάβη στην απόκριση των Τ κυττάρων σε συγκεκριμένα αντιγόνα, αντιδράσεις αυτοανοσίας, αυξημένο οξειδωτικό stress, αλλοιώσεις στα επίπεδα σεροτονίνης, δυσλειτουργία στον άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης, επιγενετική τροποποίηση, νευροφλεγμονή, νευρωνική ευαισθητοποίηση, ανοσολογικές διαταραχές, αλλοιώσεις στη λειτουργία των φυσικών φονικών κυττάρων (NK), απορρύθμιση οδών που συνδέονται με την ομαλή άμυνα έναντι ιών. Κάθε περίπτωση χρόνιας κόπωσης δεν οφείλεται σε μυαλγική εγκεφαλίτιδα με δεδομένο ότι ποικίλες καταστάσεις όπωςοι χρόνιες φλεγμονές, οι παθήσεις του κυκλοφορικού συστήματος, οι αναπνευστικές παθήσεις, τα καρκινώματα, τα αυτοάνοσα νοσήματα, ο αλκοολισμός, η αυπνία, η υπερκόπωση, η αναιμία, οι ορμονικές διαταραχές, τα ψυχιατρικά σύνδρομα, προκαλούν κόπωση και πρέπει να αποκλείονται στo πλαίσιo της σωστής παθολογικής εξέτασης από τον έμπειρο παθολόγο κατά την διερεύνηση του προβλήματος της κόπωσης στον πάσχοντα από κόπωση ασθενή.
Το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης βαίνει αυξανόμενο σήμερα. Η επιδημία του κορωνοιού οδήγησε σε αύξηση του ποσοστού των πασχόντων. Αυτό συμβαίνει διότι η προσβολή από ισχυρά παθογόνα λειτουργεί ως καταλύτης στην πυροδότηση των σύνθετων παθοφυσιολογικών παθολογικών φαινομένων που εμφανίζονται στο σύνδρομο. Παρά ταύτα πολλές φορές γίνεται κατάχρηση της διάγνωσης του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης σε κάθε περίπτωση κόπωσης που διαρκεί ή είναι επίμονη και η οποία μπορεί να μοιράζεται κοινές παθοφυσιολογικές διαταραχές με το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης αλλά να μην έχει την έκταση και την ένταση της εκτροπής που χαρακτηρίζει το σύνδρομο. Απαραίτητες προϋποθέσεις για να τεθεί η διάγνωση του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης ή μυαλγικής εγκεφαλίτιδας σε εσάς που πάσχετε από κόπωση είναι:
- Η κόπωσή σας να διαρκεί πάνω από έξι μήνες και να είναι μέτριας/σοβαρής έντασης επί πάνω από το 50% του χρόνου κατά την καθημερινότητά σας. Αυτό σημαίνει ότι εάν πάσχετε μονίμως από ελαφρά κόπωση που σας απασχολεί για μικρό μόνο χρονικό διάστημα κατά τη διάρκεια της ημέρας χωρίς τάσεις επιδείνωσης, μπορεί να πάσχετε από χρόνια κόπωση αλλά όχι από το πολυσυστηματικό νόσημα του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης ή μυαλγικής εγκεφαλομυελίτιδας.
- Το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης συνοδεύεται χαρακτηριστικά από μη αναζωογονητικό ύπνο. Εάν δεν ξυπνάτε κουρασμένοι, μπορεί να πάσχετε από χρόνια κόπωση αλλά όχι από σύνδρομο χρόνιας κόπωσης.
- Το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης προκαλεί χαρακτηριστική επιδείνωση των συμπτωμάτων και της λειτουργίας μετά από έκθεση σε φυσικούς ή γνωστικούς στρεσογόνους παράγοντες, οι οποίοι προηγουμένως ήταν καλά ανεκτοί. Έτσι εάν έχετε κόπωση αλλά ταυτόχρονα δεν βιώνετε επιδείνωση της κόπωσης μετά από άσκηση ή πνευματική εργασία δεν πάσχετε από σύνδρομο χρόνιας κόπωσης. Η κόπωση μετά την άσκηση ή την εργασία μπορεί να περιλαμβάνει νευρολογικές, καρδιαγγειακές, αναπνευστικές ή γαστρεντερικές ενοχλήσεις.
- Το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης συνοδεύεται είτε από γνωστική εξασθένηση (ήτοι προβλήματα με τη σκέψη ή τη μνήμη ή τη συγκέντρωση) είτε από ορθοστατική δυσανεξία (ήτοι επιδείνωση συμπτωμάτων κατά τη λήψη και τη διατήρηση όρθιας στάσης). Εάν πάσχετε από μυϊκή μόνο κόπωση και παράλληλα δεν εμφανίζετε ορθοστατικά συμπτώματα, δεν πάσχετε από σύνδρομο χρόνιας κόπωσης.
- Να μην έχει εντοπιστεί υποκείμενο ψυχιατρικό νόσημα που να αποτελεί το αίτιο της κόπωσης. Να μην έχει εντοπιστεί σαφής υποκείμενος παθολογικός παράγοντας που να δικαιολογεί την κόπωση από παθολόγο με σφαιρική γνώση και ανάλογη εμπειρία.
Ειδήσεις υγείας σήμερα
H επόμενη μέρα των βιοδεικτών - Παραδείγματα εξοικονόμησης κόστους
Πώς φροντίζω κάθε τύπο δέρματος
Καρδιακή προσβολή: Οι β-αναστολείς συνδέονται με κατάθλιψη στη μετεγχειρητική φροντίδα