Τη δεκαετία του 1980, η νεαρή ειδικευόμενη πνευμονολογίας στο νοσοκομείο "Γ. Παπανικολάου" της Θεσσαλονίκης, Μίλλυ Μπιτζάνη (φωτογραφία), παρακολουθούσε από κοντά τον διορατικό διευθυντή της, αείμνηστο καθηγητή του ΑΠΘ, Δημήτρη Ρίγγο, να στήνει κάποια πρώτα υποτυπώδη μηχανήματα σε έναν θάλαμο, που θα μετεξελισσόταν τα επόμενα χρόνια στην πρώτη γενική Μονάδα Εντατικής Θεραπείας στη Βόρεια Ελλάδα.

"Αυτό θέλω να κάνω στη ζωή μου", είπε τότε και το έκανε πράξη. Πήγε στο Μιλάνο για μετεκπαίδευση στην Εντατικολογία, που εν πολλοίς ήταν άγνωστη λέξη τότε στην Ελλάδα, και όταν επέστρεψε διορίστηκε στην Α ΜΕΘ του "Γ. Παπανικολάου", η οποία μόλις είχε αρχίσει να λειτουργεί, από τον Μάιο του 1987.

Πριν από λίγες μέρες, αφυπηρέτησε από το ΕΣΥ, έχοντας συμπληρώσει 36 συναπτά έτη υπηρεσίας και 20 χρόνια ως συντονίστρια διευθύντρια της Μονάδας, στην οποία έχουν νοσηλευτεί συνολικά 21.000 ασθενείς. Σήμερα, αυτή είναι καταξιωμένη, πλήρως ανακαινισμένη και εξοπλισμένη, βραβευμένη και με εξειδικευμένο προσωπικό.

Η κ. Μπιτζάνη μιλάει στο iatronet.gr για την "καρμική" όπως λέει σχέση της με την Εντατική Ιατρική, για τους σημαντικούς σταθμούς αυτής της διαδρομής και για την πανδημία που συνέπεσε με τα τελευταία τέσσερα χρόνια της καριέρας της. Αναφέρεται στα συναισθήματα που διακατέχουν έναν γιατρό, όταν με τις αποφάσεις του διαχειρίζεται την ανθρώπινη ζωή, ενώ θυμάται με συγκίνηση τα ευχαριστήρια μηνύματα που έλαβε ακόμα και από συγγενείς ανθρώπων που έφυγαν από τη ζωή, αναγνωρίζοντας την προσπάθειά της να τους σώσει. Τέλος, κάνει λόγο για βαθιές τομές που χρειάζεται το ΕΣΥ προκειμένου να ανταποκριθεί στις ανάγκες του σήμερα και του αύριο.

"Καρμική" σχέση με την Εντατικολογία

Εκείνη η πρωτόλεια μονάδα της δεκαετίας του 1980, σε μια εποχή που σε ολόκληρη την Ελλάδα υπήρχε μόνο μία Μονάδα Εντατικής Θεραπείας στο "Λαϊκό" νοσοκομείο, έδωσε το έναυσμα στη νεαρή ειδικευόμενη να εξειδικευτεί σε κάτι που ουσιαστικά δεν υπήρχε. "Δημιουργήθηκε μια σχέση καρμική με το αντικείμενο. Αυτό που με γοήτευσε ήταν πως μπορούσες να κρατήσεις στη ζωή ανθρώπους που δεν είχαν ελπίδα επιβίωσης. Να τους βάλεις στο μηχάνημα, να ρυθμίσεις την πίεση και ζωτικές λειτουργίες με φάρμακα, να ελέγξεις τα συστήματα και να τα φέρεις εκεί που θέλεις. Δεν είχα καμία αμφιβολία ότι ήθελα να κάνω αυτό", εξομολογείται.

Όταν ξεκίνησε να εργάζεται με τον καθηγητή και δύο ακόμη συναδέλφους της, η Μονάδα κάλυπτε μια περιοχή από τη Θεσσαλία, την Ήπειρο, τη Μακεδονία και τη Θράκη. "Τα ασθενοφόρα πηγαινοέρχονταν όλη την ημέρα. Έναν χρόνο μετά, λειτούργησε μια ακόμη ΜΕΘ στο Ιπποκράτειο και δύο χρόνια μετά μια τρίτη στο ΑΧΕΠΑ", θυμάται.

Απέκτησε επίσημα τον τίτλο του εντατικολόγου το 1992, όταν θεσπίστηκε για πρώτη φορά η συγκεκριμένη εξειδίκευση στην Ελλάδα, και συνέδεσε την διαδρομή της με τον εκσυγχρονισμό και την εξέλιξη της Α' ΜΕΘ, που εφάρμοσε πρωτοποριακές τεχνικές. "Ήταν μια εποχή πολύ δημιουργική, υπήρχε ενθουσιασμός, ό,τι έκανε ο καθένας που τώρα θεωρείται τετριμένο ήταν ένα κατόρθωμα εντυπωσιακό", λέει και προσθέτει: "Ό,τι καινοτομία έβγαινε στην Εντατική την εφαρμόζαμε. Πολλά πράγματα εφαρμόστηκαν για πρώτη φορά σε εμάς για την Ελλάδα, όπως για παράδειγμα η αιμοκάθαρση παρά την κλίνη του ασθενούς, με κάτι υποτυπώδη μηχανήματα".

Το 75% επιβιώνει

Πώς είναι να δουλεύει κάποιος πάνω στη λεπτή γραμμή που χωρίζει τη ζωή από το θάνατο; "Είναι αλήθεια πως η εντατική είναι ένας πάρα πολύ δύσκολος χώρος, με πάρα πολύ στρες. Είτε τη λατρεύεις και λες αυτό θα κάνω στη ζωή μου, όπως είπα εγώ, είτε δεν το κάνεις. Δεν είναι κάτι που απλά λες, άνοιξε μια θέση, ας πάω εκεί", αναφέρει χαρακτηριστικά. Αναγνωρίζει πως πολλές καταστάσεις επηρεάζουν προσωπικά τον γιατρό, ο οποίος ειδικά στη αρχή της καριέρας του μεταφέρει το φορτίο και στο σπίτι, μέχρι να θωρακιστεί ψυχικά.

Η διάσωση ενός ανθρώπου είναι αυτή που δίνει κίνητρο στον εντατικολόγο για να προχωρήσει, γνωρίζοντας ωστόσο πως κάποιοι δεν θα τα καταφέρουν. Η κ. Μπιτζάνη θυμάται με συγκίνηση τις ευχαριστήριες επιστολές που έχει δεχτεί, ακόμα και από συγγενείς ασθενών που έφυγαν από τη ζωή. "Ξέρουν ότι έχεις κάνει το καλύτερο που μπορείς κι αναγνωρίζουν την προσπάθεια, ανεξαρτήτως αποτελέσματος", σημειώνει, προσθέτοντας: "Μην ξεχνάμε ότι οι άνθρωποι που μπαίνουν στην εντατική είναι ασθενείς που αν δεν έμπαιναν θα πέθαιναν, ελάχιστοι μπαίνουν για παρακολούθηση μήπως κάνουν κάτι. Και έχουν γύρω στο 74% με 75% επιβίωση. Οπότε, αντί να λέμε πως υπάρχει 25% θνητότητα, μπορούμε να δούμε ότι από τους 100 που θα πέθαιναν χωρίς εντατική οι 75 επιβιώνουν".

Η πανδημία

Η πανδημία κορωνοϊού, που συνέπεσε με τα τελευταία 4 χρόνια μίας μακράς διαδρομής ήταν και για την ίδια μια πρόκληση πρώτου μεγέθους.

"Παρά τις δυσκολίες και τον ανθρώπινο πόνο, θεωρώ πως στάθηκα τυχερή που ήμουν ενεργή στη διάρκεια της πανδημίας και μπόρεσα να αποτελέσω μέρος της λύσης αυτού του μεγάλου προβλήματος", αναφέρει και προσθέτει: "Δουλέψαμε ως συντονισμένη ομάδα, σώσαμε μεγάλο αριθμό ανθρώπων που θα πέθαιναν και είχαμε καλά αποτελέσματα, για τα οποία βραβευτήκαμε. Όλοι μας βγάλαμε δυνάμεις που είχαμε μέσα μας και δεν γνωρίζαμε ότι τις είχαμε".

Η ίδια αποχαιρέτισε την ενεργό δράση, την 1η Ιανουαρίου 2024, υπερήφανη, τυχερή, ευλογημένη, πλήρης και έχοντας τη συνείδηση ότι έκανε ό,τι ήταν δυνατό για το καλό του ασθενή, όπως αναφέρει.

Το ΕΣΥ χρειάζεται βαθιές τομές

Η κ. Μπιτζάνη αφήνει το ΕΣΥ σε μια κατάσταση υποστελέχωσης, με μεγάλα ποσοστά burnout στο προσωπικό και με υψηλό μέσο όρο ηλικίας.

"Για πάρα πολλά χρόνια δεν γίνονταν προκηρύξεις ούτε για αναβάθμιση. Οι γιατροί εξελίσσονταν με την ηλικία τους, δεν είχαν κίνητρα εξέλιξης. Αυτό το πληρώνουμε τώρα, καθώς έχουμε πολλούς γιατρούς μεγάλης ηλικίας σε βαθμό διευθυντού", παρατηρεί, προσθέτοντας πως "χρειαζόμαστε νέους γιατρούς με ενθουσιασμό, που να ξέρουν ότι πρέπει να κάνουν έργο για να εξελιχθούν, αλλά το ενδιαφέρον είναι μειωμένο για τις θέσεις που προκηρύσσονται".

Τάσσεται υπέρ της λήψης γενναίων αποφάσεων από το υπουργείο Υγείας. "Τον Έλληνα ασθενή δεν τον ενδιαφέρει αν ο γιατρός που θα τον δει στο νοσοκομείο είναι ένας ιδιώτης που έχει σύμβαση με το νοσοκομείο. Πρέπει να το ξεπεράσουμε αυτό, τη στιγμή που υπάρχουν ελλείψεις", υποστηρίζει και προσθέτει: "Χρειάζονται και συμπτύξεις κλινικών. Δεν μπορεί επαρχιακά νοσοκομεία που απέχουν 25 χιλιόμετρα να έχουν ΜΕΘ χωρίς γιατρούς και να θέλουμε να στελεχώσουμε και τις δύο, ενώ αν ενωθούν κάνουν μια ΜΕΘ σωστή".

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Το θαυματουργό γκι
Χριστουγεννιάτικη επίσκεψη Γεωργιάδη - Βιλδιρίδη σε 4 νοσοκομεία της Αττικής
4 υγιεινά πιάτα για το γιορτινό τραπέζι