Τι είναι η βιταμίνη D ;
Η βιταμίνη D είναι μέλος της ομάδας των λιποδιαλυτών βιταμινών (Α, D, E, K), δηλαδή απορροφιέται στο αίμα και αποθηκεύεται στο σώμα μέσω του λίπους.
Ο ρόλος της στον οργανισμό σήμερα θεωρείται ιδιαίτερα σημαντικός, με τρόπο δράσης παρόμοιο με εκείνο των ορμονών. Για πολλά χρόνια και μέχρι πρόσφατα ήταν γνωστό, ότι η έλλειψη βιταμίνης D σχετιζόταν με τη ραχίτιδα στα παιδιά και την οστεομαλακία (κατάσταση παρόμοια της οστεοπόρωσης) στους ενηλίκους.
Η σύνθεση στο σώμα, της βιταμίνης D, γίνεται με την επίδραση του ηλιακού φωτός μέσω του δέρματος. Μόνο ένα 10 % περίπου της απαιτούμενης βιταμίνης μπορεί να προσληφθεί από τις τροφές ακόμη και όταν είναι εμπλουτισμένες σε βιταμίνη (π.χ.
γάλα, μουρουνέλαιο, ορισμένα ψάρια, μανιτάρια που φύονται στον ήλιο). Από το δέρμα αρχίζει η σύνθεση της βιταμίνης και με τη μεσολάβηση του ήπατος, καταλήγει στους νεφρούς, όπου παράγεται η τελική δραστική μορφή της βιταμίνης D.
Η δράση της βιταμίνης ολοκληρώνεται μέσω ειδικών κυτταρικών υποδοχέων, σε τουλάχιστον 10 διαφορετικούς ιστούς του σώματος (οστά, πεπτικό σύστημα, νεφρούς κ.α.), σε 36 διαφορετικά είδη κυττάρων-στόχων, επηρεάζοντας τη λειτουργία τουλάχιστον 1.000 γονιδίων!
Γιατί η βιταμίνη D είναι σημαντική;
Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, η βιταμίνη D είναι σημαντική για τη φυσιολογική κατασκευή των οστών. Ο ρόλος της στα οστά είναι ουσιώδης λόγω της κεντρικής συμμετοχής της στον μεταβολισμό του ασβεστίου, όπου αυξάνει την απορρόφηση ασβεστίου από το πεπτικό σύστημα και τα οστά, ενώ μειώνει την αποβολή του ασβεστίου και του φωσφόρου από τη νεφρική οδό.
Η επικαιρότητα όμως της βιταμίνης D, οφείλεται σε νεότερα δεδομένα σχετικά με άλλες πιθανές επιδράσεις της βιταμίνης. Είναι γεγονός, ότι τα τελευταία 2-3 χρόνια η επιστημονική ενημέρωση (ιατρικές δημοσιεύσεις) για νέες ενδιαφέρουσες δράσεις που αφορούν στη βιταμίνη D έχει πολλαπλασιασθεί γεωμετρικά.
Πολλές από αυτές τις πληροφορίες φθάνουν και στο ευρύ κοινό μέσω των μέσων μαζικής ενημέρωσης.
Φαίνεται λοιπόν ότι ελαττωμένα επίπεδα βιταμίνης D συνδυάζονται – εκτός των νοσημάτων των οστών - με νοσήματα όπως η κατά πλάκας σκλήρυνση, ορισμένα είδη καρκίνων (προστάτη, μαστού, δέρματος, παχέος εντέρου, κύστεως), με μυϊκή αδυναμία και πτώσεις στο έδαφος στους ηλικιωμένους.
Υπάρχουν επίσης ενδείξεις για συσχέτιση με νοσήματα όπως ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1 (ο παλιότερα αναφερόμενος ως νεανικός) και τύπου 2 (των ενηλίκων), λοιμώξεις, χρόνια κόπωση, κατάθλιψη, ψωρίαση, παχυσαρκία, καρδιακά νοσήματα.
Διερευνάται επίσης η συσχέτιση των ελαττωμένων επιπέδων βιταμίνης D, με αλλεργίες, τον αυτισμό, κεφαλαλγίες, κυστική ίνωση και πολλά άλλα νοσήματα. Η συσχέτιση της βιταμίνης D με όλα τα ανωτέρω νοσήματα δεν είναι κατ’ ανάγκη αιτιολογική.
Ελαττωμένα επίπεδα βιταμίνης D έχουν μεγάλες ομάδες πληθυσμού: 50-80% του γενικού πληθυσμού, 75% των ηλικιωμένων και 50% των παχύσαρκων φαίνεται από στατιστικές μελέτες ότι έχουν ελαττωμένα επίπεδα βιταμίνης. Μεγάλες πιθανότητες ελαττωμένων επιπέδων βιταμίνης D έχουν άνθρωποι που δεν εκτίθενται στην ηλιακή ακτινοβολία (π.χ.
ζουν σε ιδρύματα) ή έχουν σκουρόχρωμο δέρμα, που έχουν υποβληθεί σε γαστρεκτομή ή έχουν ηπατική ή νεφρική νόσο. Επίσης, οι εγκυμονούσες, οι θηλάζουσες γυναίκες και τα νεογνά τους πολύ συχνά έχουν ανεπάρκεια βιταμίνης D. Να σημειωθεί ότι σοβαρή έλλειψη/ανεπάρκεια βιταμίνης D μπορεί να διαγνωσθεί σε σημαντικό τμήμα πληθυσμού σε χώρες με μεγάλη ηλιοφάνεια, όπως η Ελλάδα.
Αυτό μπορεί να αποδοθεί στον σύγχρονο τρόπο ζωής και την απομάκρυνση από τη φυσική έκθεση στον περιβάλλον, αλλά και στη δικαιολογημένη φοβία για βλάβες του δέρματος από την ηλιακή ακτινοβολία.
Η ηλιακή ακτινοβολία μπορεί να προκαλέσει δερματικές βλάβες (φωτογήρανση και καρκίνο του δέρματος), μόνο όταν η έκθεση είναι αλόγιστα παρατεταμένη. Αν και η επίδραση του ηλιακού φωτός εξαρτάται από τον τύπο του δέρματος, την εποχή, την ώρα της ημέρας, το γεωγραφικό πλάτος, τη νέφωση, το ένδυμα και τη χρήση ή όχι δερματικής προστασίας, το βέβαιο είναι η σύνθεση της βιταμίνης D μπορεί να γίνει με ασφάλεια, με μικρής διάρκειας και κατά διαστήματα έκθεση στον ήλιο, χωρίς αντιηλιακό.
Τι χρειάζεται να κάνουμε;
Στις πληθυσμιακές ομάδες που αναφέρθηκαν ανωτέρω και έχουν μεγάλη πιθανότητα να εμφανίζουν ελαττωμένα επίπεδα βιταμίνης D, επιβάλλεται ο προσδιορισμός των επιπέδων της στο αίμα. Όμως το γεγονός ότι ακόμη και άνθρωποι που δεν ανήκουν σε αυτές τις κατηγορίες ενδέχεται να έχουν χαμηλά επίπεδα, πιθανόν να δημιουργεί την ανάγκη για έλεγχο σε ευρύτερο μέρος του πληθυσμού.
Πάντως δεν συνιστάται λήψη βιταμίνης D συμπληρωματικά, χωρίς αφενός τον προσδιορισμό της στο αίμα και αφετέρου ιατρική καθοδήγηση.
Ο πιο αξιόπιστος προσδιορισμός στο αίμα της βιταμίνης D, είναι της 25 υδροξυ D3. Οι περισσότεροι ερευνητές θεωρούν ότι το κατώτερο φυσιολογικό όριο στο αίμα πρέπει να είναι το 30 ng/ml. Μεταξύ 20 και 30 ng/ml θεωρείται ανεπάρκεια και κάτω από 10 ng/ml έλλειψη βιταμίνης D.
Ιδεωδώς τα επίπεδά της στο αίμα πρέπει να είναι μεταξύ 40 και 60 ng/ml (Αμερικάνικη Ενδοκρινολογική Εταιρεία, 2011). Είναι πολύ δύσκολο να εμφανισθεί τοξικότητα λόγω αυξημένων επιπέδων βιταμίνης (>150 ng/ml) και μόνο από αλόγιστη λήψη σκευασμάτων βιταμίνης D και όχι βέβαια από παρατεταμένη έκθεση στον ήλιο.
Να σημειωθεί ότι για να αυξηθούν τα επίπεδα βιταμίνης D στο αίμα κατά 1 ng/ml απαιτείται η χορήγηση 100 I.U. (=International Units, Διεθνείς Μονάδες) βιταμίνης (χοληκαλσιφερόλη). Σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα (Αμερικανική Ενδοκρινολογική Εταιρεία, 2011), ασφαλείς δοσολογίες για χορήγηση βιταμίνης D, ανάλογα με την ηλικία, είναι οι αναφερόμενες στον πίνακα 1.
Να σημειωθεί επιπλέον, η ανάγκη χορήγησης βιταμίνης D (και όχι ασβεστίου) στις εγκύους, καθώς και στις θηλάζουσες, προκειμένου – μέσω του γάλακτος – να χορηγηθεί και στο νεογνό. Σαν παράδειγμα, να αναφέρουμε ότι για λήψη 400 I .
U . βιταμίνης D από το νεογνό, απαιτείται η λήψη τουλάχιστον 2000 – 4000 I . U . από την μητέρα.
Πίνακας 1.
ΗΛΙΚΙΑ | ΔΟΣΗ (I.U.) |
0-6 μηνών | 1000 |
6-1 ετών | 1500 |
1-3 | 2500 |
4-8 | 3000 |
>8 | 4000 |
Στον πίνακα 2, φαίνεται η προτεινόμενη δοσολογία βιταμίνης D ανάλογα με την ηλικία. Όμως, η δοσολογία εξαρτάται κυρίως από τα επίπεδα της βιταμίνης στο αίμα κατά την έναρξη της θεραπείας (και από άλλους παράγοντες, όπως η εποχή του χρόνου).
Ο πίνακας ουσιαστικά προτείνει τη δοσολογία για την συντήρηση ήδη σχεδόν φυσιολογικών επιπέδων βιταμίνης.
Σημ. Κατά τους χειμερινούς μήνες η σύνθεση βιταμίνης D είναι ελαχίστη.
Πίνακας 2.
ΗΙΚΙΑ (έτη) | ΔΟΣΗ (IU) |
0-1 | 400-1000 |
1-18 | 600-1000 |
>18 | 1500-2000 |
Έγκυες <18 | 600-1000 |
Έγκυες >18 | 1500-2000 |
Πηγές:
1.Am J CIin Nutr, 88 (suppl):491S-9S, 2008.
2.J Clin Endocrinol Metab, 95:471-8, 2010.
3.Mayo Clin Proc, 86 (1): 50-60, 2011.
4.Evaluation, Treatment and Prevention of Vitamin D Deficiency, An Endocrine Society Clinical Practice Guideline, Journal of Clinical Endocrinology & Metabolism, July 2011, 96(7): 1911–1930..
5.Overview of vitamin D, May 2010, UpToDate.
Ειδήσεις υγείας σήμερα
Sobi για το τρίτο τρίμηνο του 2024: Ισχυρή ανάπτυξη και σημαντική δυναμική της γραμμής παραγωγής
Υγεία: Το ιατρικό ανακοινωθέν για τον θάνατο του Μανούσου Μανουσάκη
Το ChatGPT βοηθά άτομα με οξεία ουρολογικά συμπτώματα