Της Σοφίας Νέτα

Το 13% του ελληνικού πληθυσμού, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα που διεξήγαγε το Ελληνικό Ίδρυμα Γαστρεντερολογία και Διατροφής (ΕΛΙΓΑΣΤ), πάσχει από το Σύνδρομο του Ευερέθιστου Εντέρου (ΣΕΕ). Η έρευνα περιελάμβανε 1.800 άτομα, 15-64 ετών, που ζουν σε μικρά ή μεγάλα αστικά κέντρα, ενώ προκύπει πως οι γυναίκες υποφέρουν περισσότερο από τους άνδρες, με ποσοστό 19 % έναντι 8% αντίστοιχα.

Τα παραπάνω τόνισαν εκπρόσωποι του ΕΛΙΓΑΣΤ κατά τη διάρκεια συνέντευξης τύπου, που δόθηκε με αφορμή την 29η Μαΐου 2009-Παγκόσμια Ημέρα για την Υγεία του Πεπτικού Συστήματος-που φέτος είναι αφιερωμένη στο Σύνδρομο του Ευερέθιστου Εντέρου και οργανώθηκε στην Ελλάδα από την Εταιρεία Ιατρικών Σπουδών.



Η έρευνα έδειξε ότι το βασικό σύμπτωμα του ΣΕΕ είναι ο κοιλιακός πόνος και ότι αυτός συνοδεύεται από μετεωρισμό ή/και αίσθημα πληρότητας (πρήξιμο) σε ποσοστό 45%. Διάρροια και δυσκοιλιότητα συγκαταλέγονται επίσης μεταξύ των κύριων συμπτωμάτων με ποσοστά 10% και 5% αντίστοιχα.

Η πλειοψηφία των ασθενών είναι σε θέση να ελέγξει τα συμπτώματα με δίαιτα, έλεγχο του stress και την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή που τους χορηγεί ο ιατρός τους. Ο χρόνος που αφιερώνει ο γιατρός για τον ασθενή που πάσχει από ΣΕΕ πραγματικά ‘πιάνει τόπο’.

Είναι βασικό να εξηγεί ο γιατρός στον ασθενή την ασθένεια και να διαλύει τους φόβους του.

Οι θεραπευτικές προσεγγίσεις για το ΣΕΕ είναι οι διαιτητικές οδηγίες, τα σπασμολυτικά, τα ευκινητικά, οι 5ΗΤ-3 ανταγωνιστές, οι 5HT-4 αγωνιστές, τα αντιβιοτικά, τα προβιοτικά, τα αντικαταθλιπτικά και οι εναλλακτικές θεραπείες.

Αξίζει να σημειωθεί ότι 66 μελέτες έδειξαν ότι τα σπασμολυτικά, όπως η σκοπολαμίνη, μπορούν να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση του κοιλιακού πόνου αλλά και στα γενικά συμπτώματα του συνδρόμου.

Ένας ακόμη πολύ επιβαρυντικός παράγοντας στην ποιότητα ζωής των πασχόντων, είναι η δυσκοιλιότητα. Η δυσκοιλιότητα, ταλαιπωρεί το 15% κατά μέσο όρο, του πληθυσμού στον Δυτικό κόσμο. Εμφανίζεται πιο συχνά στις γυναίκες και στους ηλικιωμένους.

Στην Ελλάδα, 16% του πληθυσμού αναφέρει δυσκοιλιότητα μέσα στον τελευταίο χρόνο, ποσοστό που αυξάνεται στο 20% σε αναφορά του συμπτώματος τουλάχιστον μια φορά στο παρελθόν, σύμφωνα με άλλη πρόσφατη μελέτη του Ελληνικού Ιδρύματος Γαστρεντερολογίας και Διατροφής.

Το ανησυχητικό είναι ότι σύμφωνα με τη μελέτη, μόνο το 47% των πασχόντων στον ελληνικό πληθυσμό έχει συμβουλευθεί γιατρό, ενώ το 29% των υπολοίπων δεν έχει συμβουλευθεί κανένα ειδικό, ούτε φίλο ή γνωστό της οικογένειας και δεν επιθυμεί να μιλάει για αυτό.

Είναι πολύ σημαντική η συνολική αντιμετώπιση του προβλήματος της δυσκοιλιότητας, έτσι ώστε αυτό να μη γίνει χρόνιο και επίμονο. Στις περιπτώσεις που η δυσκοιλιότητα επιμένει, συχνά απαιτείται και χρήση φαρμακευτικής αγωγής, δηλαδή υπακτικών φαρμάκων, με κυριότερο εκπρόσωπό τους το παλιότερο και ευρύτατα χρησιμοποιούμενο παγκοσμίως, τη δισακοδύλη.


Πιο ολοκληρωμένη αντιμετώπιση του προβλήματος αποτελεί η παράλληλη χορήγηση διαλυτών φυτικών ινών π.χ. γλυκομαννάνης, σε επαρκή ποσότητα.

Με αυτό τον τρόπο επιτυγχάνεται ρύθμιση της εντερικής λειτουργίας και αποφυγή της συνεχούς και μακροχρόνιας χρήσης ενός υπακτικού. Το υπακτικό φάρμακο εξασφαλίζει την αποτελεσματική και προγραμματισμένη δράση και η συνέχιση της αντιμετώπισης του προβλήματος με διαλυτές φυτικές ίνες οδηγεί στην ολοκληρωμένη αντιμετώπιση της δυσκοιλιότητας.

Τέλος, ο εκπρόσωπος του Παγκόσμιου Οργανισμού Γαστρεντερολογίας (WGO) και Πρόεδρος της Ισπανικής Γαστρεντερολογικής Εταιρείας τόνισε ότι μια από τις βασικές προκλήσεις στην υγεία του εντέρου παγκοσμίως σήμερα είναι η έλλειψη κατανόησης των αιτιών που σχετίζονται με τις παθήσεις του εντέρου και αφορούν τόσο τους επαγγελματίες της υγείας όσο και το ευρύ κοινό.
Πρέπει να καταλάβουμε όλοι καλύτερα τι προκαλεί και τι ενεργοποιεί τα προβλήματα υγείας του εντέρου και να προσφέρουμε στους ανθρώπους τη σωστή ενημέρωση ώστε να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικότερα τα συμπτώματά τους.

Επιπλέον Πληροφορίες

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Πώς φροντίζω κάθε τύπο  δέρματος
Καρδιακή προσβολή: Οι β-αναστολείς συνδέονται με κατάθλιψη στη μετεγχειρητική φροντίδα
Δράμα: Κανένα ενδιαφέρον για 5 θέσεις παθολόγων, παρά το επίδομα άγονου