Ερώτηση για τις μεγάλες ελλείψεις σε εμβόλια, την υποστελέχωση τον δημόσιων δομών εμβολιασμού και την εφαρμογή του Εθνικού Προγράμματος Εμβολιασμού Παιδιών και Εφήβων κατέθεσε η ανεξάρτητη βουλευτής Β’ Θεσσαλονίκης Κατερίνα Μάρκου προς τον Υπουργό Υγείας.

Η βουλευτής αναφέρεται σε στοιχεία σχετικής έρευνας που είχε εκπονήσει η Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας το 2012, σύμφωνα με τα οποία είχαν διαπιστωθεί ελλείψεις στην κάλυψη του γενικού πληθυσμού για συγκεκριμένα εμβόλια αλλά και στην κάλυψη ειδικών ομάδων πληθυσμού, όπως είναι οι οικογένειες Ρομά και μεταναστών. Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, από το 2006 ως το 2012, το ποσοστό διενέργειας των εμβολίων στον ιδιωτικό τομέα παρέμεινε σταθερό στο 65–70%, γεγονός που αναδεικνύει τη διαχρονική αδυναμία του δημοσίου συστήματος εμβολιασμού να καλύψει τις ανάγκες του πληθυσμού.

Όπως τονίζει στην ερώτησή της, η δραματική μείωση των εισοδημάτων δεν επιτρέπει σε πολλούς γονείς να αγοράσουν οι ίδιοι τα αναγκαία εμβόλια, ενώ το δημόσιο σύστημα υγείας αδυνατεί να καλύψει τις ανάγκες τους, λόγω έλλειψης εμβολίων αλλά και παιδιάτρων, οδηγώντας τους γονείς στα κοινωνικά ιατρεία και σε οργανώσεις όπως οι Γιατροί του Κόσμου, όπου μπορούν να εμβολιάσουν δωρεάν τα παιδιά τους. Μάλιστα, με βάση καταγραφή που διενήργησαν οι Γιατροί του Κόσμου, το 50% των παιδιών που καταφεύγουν σε αυτούς είναι ελλιπώς ή καθόλου εμβολιασμένα για κοκκύτη, τέτανο, διφθερίτιδα και μηνιγγίτιδα, εμβόλια, δηλαδή, που είναι υποχρεωτικά με βάση το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών.

Η κ. Μάρκου αναφέρεται, ακόμα, στην αύξηση της αποχής από τον εμβολιασμό, λόγω φοβίας ορισμένων γονιών ότι μπορεί να αποβεί βλαπτικός για την υγεία του παιδιού, παρά τις διαβεβαιώσεις διακεκριμένων ιατρών ότι ο περιορισμός των εμβολιασμών μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια ανοσίας στον πληθυσμό, αύξηση της επίπτωσης των λοιμωδών νοσημάτων και βαθμιαία επανεμφάνιση σοβαρών ασθενειών που σήμερα βρίσκονται υπό έλεγχο, όπως η ιλαρά που επανεμφανίστηκε το 2011 στη Βόρεια Ελλάδα.

Ζητά, λοιπόν, από το Υπουργείο Υγείας να προβεί στις αναγκαίες ενέργειες για την καταγραφή και αντιμετώπιση του φαινομένου του ελλιπούς εμβολιασμού των παιδιών και για την ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης σχετικά με τα οφέλη του εμβολιασμού για την υγεία των παιδιών.

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ερώτησης:

ΕΡΩΤΗΣΗ
Προς τον Υπουργό Υγείας

ΘΕΜΑ: Σχετικά με την εφαρμογή του Εθνικού Προγράμματος Εμβολιασμού Παιδιών και Εφήβων

Ο εμβολιασμός αποτελεί σημαντικότατο όπλο της προληπτική ιατρικής και προφυλάσσει τα παιδιά από σοβαρές ασθένειες για το σύνολο της ζωής τους. Παρόλα αυτά, το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμού Παιδιών και Εφήβων παραμένει ουσιαστικά ανεφάρμοστο, αφού παρατηρούνται μεγάλες ελλείψεις σε εμβόλια αλλά και καθυστερήσεις στον εφοδιασμό των κέντρων εμβολιασμού.

Ήδη από το 2012, σε σχετική έρευνα που είχε εκπονήσει η Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας, είχαν διαπιστωθεί ελλείψεις στην κάλυψη του γενικού πληθυσμού για συγκεκριμένα εμβόλια (π.χ. 2η δόση MMR για ερυθρά, ιλαρά και παρωτίτιδα με ποσοστό κάλυψης 83% στο σύνολο των παιδιών της Α’ Δημοτικού, ενώ ο στόχος του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας είναι στο 95%) αλλά και στην κάλυψη ειδικών ομάδων πληθυσμού, όπως είναι οι οικογένειες Ρομά και μεταναστών, ενώ κανένα παιδί από ομάδα υψηλού κινδύνου για εμφάνιση φυματίωσης δεν είχε εμβολιαστεί στη γέννηση με το εμβόλιο BCG. Παράλληλα, από το 2006 ως το 2012, το ποσοστό διενέργειας των εμβολίων στον ιδιωτικό τομέα παρέμεινε σταθερό στο 65–70%, γεγονός που αναδεικνύει τη διαχρονική αδυναμία του δημοσίου συστήματος εμβολιασμού να καλύψει τις ανάγκες του πληθυσμού.

Σήμερα, η κατάσταση φαίνεται να έχει επιδεινωθεί. Η δραματική μείωση των εισοδημάτων δεν επιτρέπει σε πολλούς γονείς να αγοράσουν οι ίδιοι τα αναγκαία εμβόλια, ενώ το δημόσιο σύστημα υγείας αδυνατεί να καλύψει τις ανάγκες τους, λόγω έλλειψης εμβολίων αλλά και παιδιάτρων. Για αυτό, πολλοί γονείς καταφεύγουν στα κοινωνικά ιατρεία και σε οργανώσεις όπως οι Γιατροί του Κόσμου, όπου μπορούν να εμβολιάσουν δωρεάν τα παιδιά τους. Μάλιστα, με βάση καταγραφή που διενήργησαν οι Γιατροί του Κόσμου, το 50% των παιδιών που καταφεύγουν σε αυτούς είναι ελλιπώς ή καθόλου εμβολιασμένα για κοκκύτη, τέτανο, διφθερίτιδα και μηνιγγίτιδα, εμβόλια, δηλαδή, που είναι υποχρεωτικά με βάση το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών.

Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με δημοσιεύματα, φαίνεται να προσλαμβάνει μεγαλύτερες διαστάσεις η τάση της αποχής από τον εμβολιασμό, λόγω φοβίας ορισμένων γονιών ότι μπορεί να αποβεί βλαπτικός για την υγεία του παιδιού, παρά τις διαβεβαιώσεις διακεκριμένων ιατρών ότι ο περιορισμός των εμβολιασμών μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια της ανοσίας της κοινότητας, αύξηση της επίπτωσης των λοιμωδών νοσημάτων και βαθμιαία επανεμφάνιση σοβαρών ασθενειών που σήμερα βρίσκονται υπό έλεγχο, όπως η ιλαρά που επανεμφανίστηκε το 2011 στη Βόρεια Ελλάδα. Απαιτείται, λοιπόν, εκ μέρους της Πολιτείας, και η εκπόνηση μίας εκστρατείας ενημέρωσης των γονέων σχετικά με τα οφέλη του εμβολιασμού στον τομέα της πρόληψης.

Κατόπιν των ανωτέρω, ερωτάστε:
- Πόσα εμβόλια έχουν αγοραστεί και διατεθεί από το Υπουργείο Υγείας την τελευταία χρονιά για τον εμβολιασμό των παιδιών; Που οφείλονται οι διαρκώς παρατηρούμενες ελλείψεις και καθυστερήσεις στα κατά τόπους εμβολιαστικά κέντρα;
- Σε ποιες ενέργειες θα προβείτε για την πλήρη εμβολιαστική κάλυψη του συνόλου του πληθυσμού, ανεξαρτήτως ασφαλιστικής κατάστασης, συμπεριλαμβανομένων και των ειδικών ομάδων (οικογένειες μεταναστών χωρίς χαρτιά, οικογένειες Ρομα, κ.α.);
- Σκοπεύετε να προχωρήσετε στην εκπόνηση μελέτης για την καταγραφή του προβλήματος του ελλιπούς εμβολιασμού στα παιδιά και το βαθμό κάλυψης του πληθυσμού από τις δημόσιες δομές εμβολιασμού;
- Σε ποιες ενέργειες θα προβείτε για την αύξηση των δημόσιων δομών εμβολιασμού (νοσοκομεία ΕΣΥ, Ιατρεία ΠΕΔΥ κ.α.), τον έγκαιρο εφοδιασμό τους με επαρκή αριθμό εμβολίων και τη στελέχωσή τους;
- Σε ποιες ενέργειες θα προβείτε για την ενημέρωση των γονέων και την ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης σχετικά με την κρισιμότητα του εμβολιασμού για την υγεία των παιδιών.

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Η ζεστή, πλεκτή ευγνωμοσύνη της ασθενούς Σ. προς τους γιατρούς της
6 συμβουλές για καλύτερες στύσεις το 2025
1.000 ζωές, όλες ασφαλείς