Η Sanofi ανακοίνωσε τα αποτελέσματα μίας μελέτης σύμφωνα με τα οποία, ο μηχανισμός δράσης της άπαξ ημερησίως χορηγούμενης λιξισενατίδης επιβράδυνε σημαντικά τη γαστρική κένωση, μία διαδικασία που συνοδεύεται από σημαντική μείωση των επιπέδων του μεταγευματικού σακχάρου αίματος (PPG).
Αυτά τα δεδομένα παρουσιάστηκαν στο 48ο Ετήσιο Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Μελέτης του Διαβήτη (EASD) που διεξήχθη στο Βερολίνο (1-5 Οκτωβρίου), παράλληλα με τα αποτελέσματα από μια μελέτη Φάσης III που ενισχύουν το κλινικό υπόβαθρο του συνδυασμού της λιξισενατίδης, ενός υπό ανάπτυξη αγωνιστή των υποδοχέων GLP-1 χορηγούμενου άπαξ ημερησίως, με βασική ινσουλίνη.
Ανακοίνωση με θέμα :’ Επίδραση της χορήγησης λιξισενατίδης, μία φορά την ημέρα, στη γαστρική κένωση και ο συσχετισμός της με το μεταγευματικό σάκχαρο αίματος σε ασθενείς με σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου 2’ [ Abs 808- EASD ]
Η θεραπευτική αγωγή μετά τη λήψη ενός συνήθους προγεύματος με τη χορήγηση μία φορά την ημέρα μιας τελικής δόσης 20 μg λιξισενατίδης σε συνδυασμό με έως και δύο από του στόματος αντιδιαβητικά δισκία συνέβαλε σημαντικά στην καθυστέρηση του ρυθμού της γαστρικής κένωσης σε ασθενείς με Διαβήτη Τύπου 2 σε σύγκριση με ασθενείς που έλαβαν placebo (p=0,0031), σε αυτή την τυχαιοποιημένη, διπλή τυφλή, ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο μελέτη παράλληλων ομάδων διάρκειας 28 ημερών σε ασθενείς με σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου 2 (λιξισενατίδη n=19· εικονικό φάρμακο (placebo) n=22)· αφού τιτλοποιήθηκε από 5–20 μg με αύξηση κατά 2,5 μg κάθε 4 ημέρες).
Το γεγονός αυτό είχε φαρμακοδυναμική επίδραση στα επίπεδα σακχάρου αίματος καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας. Η επιβράδυνση της γαστρικής κένωσης συνδέεται με χαμηλότερα επίπεδα μεταγευματικής γλυκόζης (PPG). Την 28η ημέρα, τα επίπεδα μεταγευματικής γλυκόζης (PPG) μετά τη λήψη ενός συνήθους προγεύματος (p<0,0001), γεύματος (p=0,0004) και δείπνου (p=0,0082), ήταν σημαντικά μειωμένα.
Δεν εντοπίστηκε τέτοια συσχέτιση στους ασθενείς που λάμβαναν εικονικό φάρμακο (placebo).
‘Η γαστρική κένωση, ο ρυθμός δηλαδή με τον οποίο η τροφή περνά από το στομάχι στο λεπτό έντερο, ρυθμίζεται από το GLP-1 και έχει καθοριστική σημασία για τα επίπεδα του μεταγευματικού σακχάρου αίματος τόσο σε ένα υγιές άτομο όσο και σε ένα άτομο με διαβήτη,’ εξηγεί ο Καθηγητής Michael Horowitz από το Royal Adelaide Hospital στην Αυστραλία.
‘Δεν είναι όλοι οι αγωνιστές των υποδοχέων GLP-1 ίδιοι. Εκείνοι, όπως η λιξισενατίδη, που σχετίζονται με μία συνεχή επιβράδυνση της γαστρικής κένωσης με επακόλουθη σημαντική μείωση των επιπέδων μεταγευματικού σακχάρου αίματος είναι πιθανό να συμπληρώνουν με τον καλύτερο τρόπο τη μείωση του σακχάρου νηστείας που επιτυγχάνεται με τη βασική ινσουλίνη, ώστε να βοηθήσουν τους ασθενείς με Διαβήτη Τύπου 2 να επιτύχουν τα επιθυμητά επίπεδα γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης HbA1c.’
Ανακοινώσεις με θέμα :’Χορήγηση λιξισενατίδης, άπαξ ημερησίως, ως επιπρόσθετη αγωγή στην θεραπεία με ινσουλίνη glargine υπό συνεχή τιτλοποίηση και από του στόματος αντιδιαβητικά δισκία σε άτομα με Διαβήτη Τύπου 2: Μελέτη GetGoal Duo 1 [ Abs 807 - EASD ] και ‘Αποτελεσματικότητα και ασφάλεια της λιξισενατίδης, χορηγούμενης μία φορά την ημέρα, σε άτομα με Διαβήτη Τύπου 2 που δεν ελέγχονταν επαρκώς με βασική ινσουλίνη ± μετφορμίνη: Μελέτη GetGoal - L ’ [ Abs 3- EASD ]
Στο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Μελέτης του Διαβήτη (και προηγουμένως στο 72ο Ετήσιο Επιστημονικό Συνέδριο της Αμερικανικής Διαβητολογικής Εταιρείας) παρουσιάστηκαν επίσης αποτελέσματα από τις μελέτες GetGoal Duo 11 και GetGoal-L2, που έδειξαν ότι η λιξισενατίδη σε συνδυασμό με βασική ινσουλίνη και από του στόματος αντιδιαβητικά δισκία (κυρίως μετφορμίνη στην GetGoal Duo 1, με ή χωρίς μετφορμίνη στην GetGoal-L) μείωσε σημαντικά τα επίπεδα της HbA1c – γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη A1c – σε άτομα με Διαβήτη Τύπου 2, οι οποίοι είτε λάμβαναν για πρώτη φορά θεραπεία με ινσουλίνη (έναρξη χορήγησης ινσουλίνης κατά την προκαταρκτική περίοδο της μελέτης, διάρκειας 12 εβδομάδων) είτε ακολουθούσαν ήδη θεραπεία με ινσουλίνη (για μέσο χρονικό διάστημα 3,1 ετών), αντίστοιχα.
Και οι δύο μελέτες GetGoal Duo 1 και GetGoal-L πέτυχαν το πρωτεύον καταληκτικό σημείο αποτελεσματικότητας που ήταν η βελτίωση της HbA1c, με παράλληλη σημαντική μείωση του μεταγευματικού σακχάρου αίματος (PPG). Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η λιξισενατίδη προκάλεσε ήπια και παροδική ναυτία και έμετο, που αποτελούν τις πιο συχνά αναφερόμενες ανεπιθύμητες ενέργειες, και σημειώθηκε ελάχιστα επιπρόσθετος ή συγκρίσιμος κίνδυνος υπογλυκαιμίας.
Αυτές οι μελέτες αποτελούν μέρος του Κλινικού Προγράμματος Φάσης III, GetGoal με τη λιξισενατίδη, το οποίο περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα ασθενών με σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου 2, συμπεριλαμβανομένου μεγάλου αριθμού ασθενών που λαμβάνουν ήδη αγωγή με βασική ινσουλίνη (706 ασθενείς σε τρεις κλινικές μελέτες).3
Για την επίτευξη των επιθυμητών επιπέδων σακχάρου αίματος, χρειάζεται να ρυθμιστούν τόσο η γλυκόζη πλάσματος νηστείας (FPG) όσο και η μεταγευματική γλυκόζη (PPG).4 Παρόλο που οι θεραπείες με βασική ινσουλίνη παρέχουν αποτελεσματικό έλεγχο του σακχάρου νηστείας, εξαιτίας της εξέλιξης της νόσου, κάποιοι ασθενείς με την πάροδο του χρόνου μπορεί να μην πετυχαίνουν τους γλυκαιμικούς στόχους τους και να χρειάζονται επιπρόσθετη θεραπευτική αγωγή ώστε να αντιμετωπίσουν τα μη ελεγχόμενα επίπεδα της HbA1c.
Επομένως, ένας GLP-1 αγωνιστής που έχει αποδεδειγμένη επίδραση στα μεταγευματικά επίπεδα σακχάρου (PPG) σε συνδυασμό με βασική ινσουλίνη μπορεί να είναι επωφελής για αυτούς τους ασθενείς.
‘Τα θετικά δεδομένα για τη λιξισενατίδη έχουν ιδιαίτερη σημασία, καθώς η νέα Δήλωση Θέσεων (PositionStatement) της ADAκαι της EASDαναγνωρίζει ότι ο συνδυασμός θεραπειών μπορεί να βοηθήσει,’ δήλωσε ο Pierre Chancel, Senior Vice-President του Τομέα Διαβήτη της Sanofi.‘Αν συνυπολογιστούν τα αποτελέσματα από τις κλινικές μελέτες GetGoalDuo1 και GetGoal-L, καθώς και η σημαντική επίδραση της λιξισενατίδης στη γαστρική κένωση και στο μεταγευματικό σάκχαρο , υποστηρίζεται η κλινική άποψη για τη δυνητική χρήση του υπό ανάπτυξη αγωνιστή των υποδοχέων του GLP-1 σε συνδυασμό με βασική ινσουλίνη για τη βελτίωση του γλυκαιμικού ελέγχου με τη ρύθμιση των επιπέδων τόσο του μεταγευματικού σακχάρου όσο και του σακχάρου νηστείας.’
Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων (EMA) έκανε δεκτό το φάκελο για έγκριση και χορήγηση άδειας κυκλοφορίας για τη λιξισενατίδη τον Νοέμβριο του 2011. Η υποβολή της αίτησης για έγκριση της λιξισενατίδης στις κανονιστικές αρχές των ΗΠΑ αναμένεται το Δεκέμβριο του 2012.
Σχετικά με τη λιξισενατίδη
*Η λιξισενατίδη, ένας αγωνιστής των υποδοχέων του ομοιάζοντος με γλυκαγόνη πεπτιδίου-1 (GLP-1) είναι υπό ανάπτυξη για τη θεραπεία ατόμων με σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου 2. Η άδεια για τη λιξισενατίδη ελήφθη από τη Zealand Pharma A/S (Κοπεγχάγη, Δανία), www.zealandpharma.com.
Η λιξισενατίδη δεν έχει επί του παρόντος λάβει έγκριση ή άδεια κυκλοφορίας σε κανένα μέρος του κόσμου.
Το GLP-1 είναι ένα φυσικό πεπτίδιο που εκκρίνεται εντός λίγων λεπτών μετά τη λήψη ενός γεύματος. Είναι γνωστό ότι καταστέλλει την έκκριση γλυκαγόνης από τα παγκρεατικά α-κύτταρα και διεγείρει την έκκριση ινσουλίνης από τα παγκρεατικά β-κύτταρα.
Το πρόγραμμα κλινικών μελετών Φάσης ΙΙΙ, GetGoal, παρέχει δεδομένα για τη χρήση της λιξισενατίδης σε ενήλικα άτομα με σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου 2 ως μονοθεραπεία, σε συνδυασμό με διάφορους από του στόματος αντιδιαβητικούς παράγοντες ή σε συνδυασμό με βασική ινσουλίνη.
Το πρόγραμμα GetGoal ξεκίνησε το Μάιο του 2008, έχουν ενταχθεί σε αυτό πάνω από 5.000 ασθενείς και τα αποτελέσματά του χρησιμοποιούνται για την υποστήριξη της αίτησης έγκρισης της λιξισενατίδης από τις κανονιστικές αρχές.
Σχετικά με το Διαβήτη
Ο Διαβήτης είναι μια χρόνια νόσοπου εκδηλώνεται αφενός ως Σακχαρώδης Διαβήτης Τύπου 1, ένα αυτοάνοσο νόσημα το οποίο χαρακτηρίζεται από την παντελή έλλειψη ινσουλίνης (ορμόνη που ρυθμίζει τη συγκέντρωση της γλυκόζης στο αίμα) λόγω της καταστροφής των β- κυττάρων στο πάγκρεας και αφ΄ετέρου ως Σακχαρώδης Διαβήτης Τύπου 2, μία μεταβολική διαταραχή κατά την οποία συνυπάρχουν δύο βασικές δυσλειτουργίες: μη επαρκής παραγωγή ινσουλίνης και μειωμένη δυνατότητα του οργανισμού να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά την ινσουλίνη που παράγει.
Ο Σακχαρώδης Διαβήτης Τύπου 1 και 2 χαρακτηρίζεται από αυξημένες συγκεντρώσεις γλυκόζης στο αίμα (υπεργλυκαιμία). Με την πάροδο του χρόνου, η μη ελεγχόμενη υπεργλυκαιμία οδηγεί σε μακροαγγειακές και μικροαγγειακές επιπλοκές του Διαβήτη.4 Οι μακροαγγειακές επιπλοκές, οι οποίες προσβάλλουν τα μεγάλα αιμοφόρα αγγεία, περιλαμβάνουν το έμφραγμα του μυοκαρδίου, το εγκεφαλικό επεισόδιο και την περιφερική αγγειοπάθεια.
Οι μικροαγγειακές επιπλοκές προσβάλλουν τα μικρά αιμοφόρα αγγεία των οφθαλμών (αμφιβληστροειδοπάθεια), των νεφρών (νεφροπάθεια) και των νεύρων (νευροπάθεια). Περισσότεροι από 18 εκατ. άνθρωποι παγκοσμίως πάσχουν από Σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου 15.
Με τον επιπολασμό του Σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου 2 να αυξάνεται με ανησυχητικό ρυθμό, συνολικά σχεδόν 348 εκατ. άτομα παγκοσμίως πάσχουν σήμερα από Διαβήτη5.
Πηγές:
1. Rosenstock et al. Diabetes Care 2012; 35: A18 (62-OR)
2. Riddle et al. Diabetes Care 2012; 35: A251 (983-P)
3. http://clinicaltrials.gov/ct2/results?term=GetGoal. Ημερομηνία αξιολόγησης: Αυγ. 2012
4. Riddle. M et al. Diabetes Care. 2011; 34: 2508-2514
5. IDF Diabetes Atlas (Άτλαντας για τον Διαβήτη της Διεθνούς Ομοσπονδίας Διαβήτη [IDF]), 5η Έκδοση (2012)
{{dname}} - {{date}}
{{body}}
Απάντηση Spam
{{#subcomments}} {{/subcomments}}