Το υπερηχογράφημα είναι η κατ’ εξοχήν τεχνική για τον εντοπισμό προβλημάτων που είναι πιθανό να συνδυάζονται με την κύηση καθώς δεν εκθέτει την έγκυο σε ακτινοβολία, έτσι ώστε να μπορούν να δοθούν οι απαραίτητες για την κάθε περίπτωση λύσεις.
Το υπερηχογράφημα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να εντοπίσουμε στην κοιλιά της εγκύου ένα μεγάλο αριθμό ανωμαλιών, που είναι πιθανό να προκύψουν κατά τη διάρκεια της κύησης. Σε αυτές περιλαμβάνεται η εντόπιση χολοκυστίτιδας, πυονέφρωσης, υδρονέφρωσης, σκωληκοειδίτιδας και ανευρύσματος στις μεγάλες κοιλιακές και νεφρικές αρτηρίες, καθώς και σε άλλες καταστάσεις.
Δεδομένου ότι δεν εκτίθεται ο ασθενής σε ιονίζουσα ακτινοβολία, το υπερηχογράφημα πρέπει να είναι η πρώτη διαγνωστική τεχνική για την αξιολόγηση μερικών από τις ανωμαλίες στην κοιλιά της γυναίκας οι οποίες συνδυάζονται με την κύηση.
Για παράδειγμα, η υπερηχοτομογραφία μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τον έλεγχο του πεπαχυσμένου τοιχώματος της χοληδόχου κύστης και των λίθων, που είναι δυνατό να συνδυάζονται με χολοκυστίτιδα στην έγκυο.
Δεν είναι σπάνιος ο εντοπισμός παχύρρευστης χολής στη χοληδόχο κύστη σε εγκύους, γεγονός που αντικατοπτρίζει την αλλαγή στο μεταβολισμό των οξέων της χολής. Παρότι το ίζημα στη χοληδόχο κύστη μπορεί να προκαλέσει παροδική απόφραξη, συνήθως δεν ενδείκνυται χειρουργική επέμβαση.
Η υδροπυονέφρωση είναι επίσης δυνατό να απεικονιστεί με το υπερηχογράφημα από την παρουσία ασθενών ηχητικών ανακλάσεων στην πύελο του νεφρού. Η φυσιολογική υδρονέφρωση της μητέρας συνήθως υποχωρεί μετά την πάροδο έξι εβδομάδων από τον τοκετό.
Σε περίπτωση υδρονέφρωσης από λίθους του νεφρού, συνήθως αναγνωρίζεται ο λίθος που προκαλεί την απόφραξη. Η διατεταμένη πύελος και ο ουρητήρας είναι δυνατό να ελεγχθούν μέχρι και το σημείο της απόφραξης. Αυτό πολλές φορές βρίσκεται στο αρχικό τμήμα του ουρητήρα ή στην κυστεοουρητική συμβολή.
Η παγκρεατίτιδα είναι επίσης δυνατό να διαγνωστεί στη μέλλουσα μητέρα, αν και είναι δύσκολο να απεικονίσει κανείς το πάγκρεας σε όλη του την έκταση στο γ΄ τρίμηνο της κύησης, λόγω της διογκωμένης μήτρας της εγκύου. Επίσης, η παρουσία ασκίτη στη μητέρα μπορεί να εντοπιστεί με το υπερηχογράφημα στην κοιλιά.
Η υπερηχογραφία μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για τον έλεγχο των μεγάλων αρτηριών, καθώς τα ανευρύσματα μπορεί να ραγούν λόγω του επιπρόσθετου καρδιαγγειακού stress της κύησης.
Η παρουσία επίσης ενός πεπλατυσμένου εντερικού τοιχώματος ενδεχομένως αντιπροσωπεύει μία ποικιλία παθήσεων. Η σκωληκοειδίτιδα μπορεί να εντοπιστεί με μεγάλη ακρίβεια χρησιμοποιώντας υπερηχογραφικά κριτήρια. Όταν γίνεται προσπάθεια εκτίμησης της σκωληκοειδίτιδας, πρέπει ο εξεταστής να γνωρίζει όλες τις πιθανές αλλαγές στη θέση της με την πρόοδο της κύησης.
Τέλος, η υπερηχογραφία είναι πάρα πολύ χρήσιμη και για την περίοδο μετά τον τοκετό προκειμένου να αποκλειστεί η παρουσία κρατηθέντων προϊόντων της κύησης στη μήτρα.
Πηγές:
Γεώργιος Ι. Χάλαρης, Ιατρός Ακτινοδιαγνώστης, Υπεύθυνος Τμήματος Γενικών Υπερήχων Νοσοκομείου ΜΗΤΕΡΑ.
{{dname}} - {{date}}
{{body}}
Απάντηση Spam
{{#subcomments}} {{/subcomments}}