Δεδομένων των εκτεταμένων επιπτώσεων της πανδημίας COVID-19 στην Ευρωπαϊκή Περιφέρεια του ΠΟΥ, οι χώρες αντιμετωπίζουν τρομακτικές προκλήσεις για την αντιμετώπιση των ανισοτήτων στον τομέα της υγείας και την επίτευξη των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης (SDGs) που σχετίζονται με την υγεία έως το 2030. Ωστόσο, εξακολουθεί να υπάρχει μία ευκαιρία στην περίπτωση που οι κυβερνήσεις και οι υγειονομικές αρχές λάβουν τις απαραίτητες ενέργειες, σύμφωνα με την εμβληματική Έκθεση για την Ευρωπαϊκή Υγεία 2021, που δημοσιεύθηκε σήμερα από το Περιφερειακό Γραφείο του ΠΟΥ /Ευρώπης.

Η συγκεκριμένη έκθεση, η οποία δημοσιεύεται κάθε τρία χρόνια, καταγράφει την πρόοδο της Περιφέρειας όσον αφορά τους δείκτες υγείας των ΣΒΑ, συμπεριλαμβανομένης της καθολικής κάλυψης των υγειονομικών αναγκών, τις μη μεταδιδόμενες ασθένειες και την υγεία του περιβάλλοντος, αλλά καταδεικνύει επίσης πώς η πανδημία COVID-19 έχει σταθεί εμπόδιο στις προσπάθειες των χωρών να επιτύχουν τους κρίσιμους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης.

Για πρώτη φορά, η έκθεση περιλαμβάνει ένα σύνολο εκτιμήσεων σχετικά με τις επιπτώσεις στην υγεία κατά την ανάκαμψη από την πανδημία COVID-19. Τα τρία σενάρια εκτιμήσεων αποτελούνται από:1)

Έλλειψη στρατηγικής δράσης για την επαναφορά σε τροχιά 2)Επιταχυνόμενη και ενισχυμένη πρόοδος ή 3) Επιβραδυνόμενη πρόοδος που σταδιακά μειώνεται περαιτέρω.

«Έχουμε να κάνουμε μία δύσκολη επιλογή στη συγκεκριμένη συγκυρία, σχεδόν δύο χρόνια μετά την έναρξη της πανδημίας», σημείωσε ο Δρ Hans Henri P. Kluge, Διευθυντής του ΠΟΥ για την Ευρωπαϊκή Περιφέρεια. «Μπορούμε να δώσουμε προτεραιότητα στον τομέα της υγείας όσο ποτέ άλλοτε, με κεντρική εστίαση σε ζητήματα που έχουν αμεληθεί εδώ και καιρό όπως η ψυχική υγεία, να αναγνωρίσουμε ότι τα συστήματα υγείας και οι εργαζόμενοι στον τομέα της υγείας  είναι βασικοί πυλώνες της κοινωνικοοικονομικής ανάκαμψης και κλειδί για την προετοιμασία μελλοντικών κρίσεων. Ή μπορούμε να χάσουμε την ευκαιρία που έχουμε, θέτοντας σε κίνδυνο την υγεία και την ευημερία των πολιτών, υπονομεύοντας την υγειονομική ασφάλεια των χωρών και ολόκληρης της Περιφέρειάς μας. Η επιλογή είναι προφανής».

Η έκθεση αποκαλύπτει ότι:

  • Όλες οι χώρες στην Ευρωπαϊκή Περιφέρεια του ΠΟΥ έχουν εκπληρώσει τον στόχο (SDG)για τη μητρική θνησιμότητα μικρότερη από 70 ανά 100.000 ζωντανών γεννήσεων έως το 2030. Ο μέσος όρος της  Περιφέρειας είναι 13 ανά 100.000  ζωντανών γεννήσεων, από το 2017.
  • Σχεδόν όλες οι χώρες στην Ευρωπαϊκή Περιφέρεια του ΠΟΥ έχουν εκπληρώσει τον στόχο (SDG) για το ποσοστό νεογνών και παιδικής θνησιμότητας ως μικρότερο από 12 και μεταξύ 25 θανάτους ανά 1.000 ζωντανών γεννήσεων, αντίστοιχα. Ο μέσος όρος της Περιφέρειας είναι 4 και  μεταξύ 8 θανάτους ανά 1.000 ζωντανές γεννήσεις, αντίστοιχα.
  • Η Περιφέρεια έχει επίσης μικτή πρόοδο στην πρόωρη θνησιμότητα λόγω μη- μεταδοτικών ασθενειών. Μεταξύ το 2010 και το 2018, η πρόωρη θνησιμότητα λόγω καρδιαγγειακών παθήσεων μειώθηκε σχεδόν κατά 20% και ακόμα σχεδόν ένα 10% λόγω των καρκίνων, παρόλο που ο καρκίνος εξακολουθεί να ευθύνεται για περισσότερο από το 20% όλων των θανάτων, μια κατάσταση που επιδεινώνεται περαιτέρω από τον αντίκτυπο της πανδημίας αναφορικά με τον προσυμπτωματικό έλεγχο του καρκίνου και τη θεραπευτική αγωγή.

Παρά τις ενθαρρυντικές τάσεις, η έκθεση διαπιστώνει επίσης ότι:

  • Η πανδημία είχε δυσανάλογες επιπτώσεις στην ψυχική υγεία των ανθρώπων στην Περιφέρεια. Παρόλο που η μεγαλύτερη πτώση στην ψυχική ευεξία σημειώθηκε στους άνδρες ηλικίας 18-24 ετών, το χαμηλότερο επίπεδο ψυχικής ευεξίας καταγράφηκε μεταξύ των γυναικών ηλικίας 18-24 ετών και 35-44 ετών.
  • Η αυτοκτονία εξακολουθεί να συμβάλλει σημαντικά στην πρόωρη θνησιμότητα. Παρά την πτωτική της τάση, η Ευρωπαϊκή Περιφέρεια του ΠΟΥ εξακολουθεί να έχει ένα από τα υψηλότερα τυποποιημένα ποσοστά θνησιμότητας από αυτοκτονίες παγκοσμίως. Το 2019, ακόμη και πριν από την πανδημία, 119.000 άνθρωποι στην Περιφέρεια πέθαναν λόγω αυτοκτονίας.
  • Η Περιφέρεια είναι μία από τις δύο Περιφέρειες του ΠΟΥ όπου ο αριθμός των μολύνσεων από τον ιό HIV/AIDS αυξάνεται. Οι νέες μολύνσεις HIV αυξήθηκαν κατά 6% για κάθε 1.000 άτομα μεταξύ του 2015 και του 2019.
  • Η δημοσιονομική ασφάλεια εξακολουθεί να αποτελεί πρόκληση στην Περιφέρεια. Οι καταστροφικές δαπάνες στον τομέα της υγείας - η αδυναμία ενός νοικοκυριού να πληρώσει για την υγειονομική περίθαλψη λόγω του υψηλού κόστους της - κυμαίνεται από 1% έως 19% όλων των νοικοκυριών σε όλη την Ευρωπαϊκή Περιφέρεια.
  • Η COVID-19 έχει καταπονήσει τα συστήματα υγείας πέρα ​​από κάθε μέτρο, δημιουργώντας μεγάλες διαταραχές στις υπηρεσίες υγείας. Το 2020, κατά τους πρώτους μήνες της πανδημίας, το 40% των βασικών υπηρεσιών υγείας διαταράχθηκε (τουλάχιστον σε μερικό βαθμό) στην Περιφέρεια. Αυτό το μοτίβο διατηρήθηκε το 2021, με περίπου το 29% των υπηρεσιών υγείας να παραμένουν τουλάχιστον εν μέρει διαταραγμένες κατά τους πρώτους τρεις μήνες του 2021.
  • Όσον αφορά τις μη -μεταδοτικές ασθένειες, παρά την πρόσφατη πρόοδο στην Περιφέρεια σχετικά με την αντιμετώπιση παραγόντων κινδύνου όπως η χρήση αλκοόλ και καπνίσματος, το 26% του ενήλικου πληθυσμού εξακολουθεί να καπνίζει (έναντι του παγκόσμιου μέσου όρου 23,6%) και οι ενήλικες πίνουν κατά μέσο όρο 9,5 λίτρα καθαρό αλκοόλ ετησίως (σε σύγκριση με τον παγκόσμιο μέσο όρο των 5,8 λίτρων).
  • Σχεδόν 1 στα 3 παιδιά στην Ευρωπαϊκή Περιφέρεια είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα.

Μελλοντικές δυνατότητες

Σε πρώτη φάση, η τελευταία έκθεση για την Ευρωπαϊκή Υγεία περιλαμβάνει εκτιμήσεις που βασίζονται σε προβλέψεις, που πραγματοποιήθηκαν από το Ινστιτούτο Μετρήσεων και Αξιολόγησης Υγείας (IHME) της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον στο Σιάτλ, των Ηνωμένων Πολιτειών.

Οι προβλέψεις παρουσιάζουν τρία πιθανά σενάρια έως το 2030 για 12 δείκτες υγείας (SDG):

  • Το σενάριο «αναφοράς» είναι το προσδοκώμενο βασισμένο στις τάσεις του παρελθόντος που έχουν καταγραφεί στο IHME.
  • Το «καλύτερο» σενάριο είναι το προσδοκώμενο από τοIHME εάν όλες οι χώρες επιταχύνουν σημαντικά την πρόοδο τους.
  • Το «χειρότερο» σενάριο είναι το προσδοκώμενο από το IHME σε όλες τις χώρες εάν επιβραδυνθεί η πρόοδος τους.

Λαμβάνοντας ως παράδειγμα τη συχνότητα εμφάνισης του HIV στην Περιφέρεια, οι προβλέψεις του IHME με βάση τις τρέχουσες δράσεις, δείχνουν ότι στο σενάριο «αναφοράς», το ποσοστό μόλυνσης θα παραμείνει στα ίδια υψηλά επίπεδα με το 2010. Σύμφωνα με το «καλύτερο» σενάριο, θα μειωθεί πτωτικά αλλά χωρίς την πλήρη επίτευξη των στόχων ΣΒΑ (SDG) και στο «χειρότερο» σενάριο θα αυξηθεί σημαντικά.

Σε έναν άλλο δείκτη υγείας Βιώσιμης Ανάπτυξης (SDG), την βία κατά των γυναικών από τους συντρόφους, μια μάστιγα που κλιμακώθηκε εν μέσω πανδημικού lockdown, οι προβλέψεις του IHME αποκαλύπτουν ότι στο «καλύτερο» σενάριο η συχνότητα της βίας θα μπορούσε να μειωθεί κατά 5% το 2030 σε σύγκριση με το 2015, αλλά στο «χειρότερο» σενάριο θα μπορούσε να αυξηθεί κατά 3% .

«Υπάρχουν πολλές ιστορίες επιτυχίας σε αυτή την εμβληματική έκθεση, όπως η παιδική και μητρική θνησιμότητα που συνεχίζει να μειώνεται ή η πρόοδος προς τη μείωση των θανάτων από καρκίνο και καρδιαγγειακές παθήσεις», εξήγησε ο Δρ Christopher Murray, Διευθυντής του IHME. «Αλλά οι εξελίξεις σε διάφορους δείκτες παραμένουν εύθραυστες. Οι προβλέψεις μας υπογραμμίζουν ξεκάθαρα την επείγουσα ανάγκη για τις χώρες να εντείνουν τις προσπάθειές τους για να επιτύχουν θετικά αποτελέσματα για την υγεία σε πολλαπλά μέτωπα».

«Ευτυχώς, η Περιφέρεια έχει έναν οδικό χάρτη να ακολουθήσει – το μακροπρόθεσμο πενταετές σχέδιό μας εγκρίθηκε ομόφωνα από τα κράτη μέλη το 2020», συνέχισε ο Δρ Kluge. «Το Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Εργασίας (European Programme of Work 2020-2025) βαθμονομεί εκ νέου τις προτεραιότητες για την υγεία σε βασικά θέματα και πυλώνες, προβλέποντας ενωμένη δράση για την υγεία από τις κυβερνήσεις, την κοινωνία των πολιτών και άλλους βασικούς εταίρους. Ακόμη και όταν αναγνωρίζουμε τις σημαντικές προόδους της Περιφέρειας, ας λάβουμε υπόψη τις προειδοποιήσεις που περιλαμβάνονται στην Ευρωπαϊκή Έκθεση για την Υγεία, καθώς προσβλέπουμε σε ένα μέλλον μετά την COVID-19.

Ειδήσεις υγείας σήμερα
H επόμενη μέρα των βιοδεικτών - Παραδείγματα εξοικονόμησης κόστους
Πώς φροντίζω κάθε τύπο  δέρματος
Καρδιακή προσβολή: Οι β-αναστολείς συνδέονται με κατάθλιψη στη μετεγχειρητική φροντίδα