Δυσαρέσκεια για τις τιμές που πληρώνονται τα φάρμακά τους στο Ηνωμένο Βασίλειο αλλά και για το πλήγμα που δέχονται οι κλινικές μελέτες ανάπτυξης καινοτόμων φαρμάκων, εκφράζουν ολοένα και περισσότερες φαρμακοβιομηχανιες. 
Ηδη η AbbVie και η Eli Lilly, δύο μεγάλες εταιρείες των ΗΠΑ, αποχώρησαν την περασμένη εβδομάδα από τον μηχανισμό VPAS – το εθελοντικό σύστημα τιμολόγησης επώνυμων φαρμάκων – που περιορίζει την αύξηση του προϋπολογισμού του NHS για τέτοιες θεραπείες στο 2% ετησίως. Την ίδια στιγμή, ο γερμανικός όμιλος Bayer μιλά για ένα «μη φιλικό προς την καινοτομία» περιβάλλον.

Η Dame Kate Bingham, ως διευθύνουσα σύμβουλος στην SV Health Investors, ανέφερε ότι οι βραχυπρόθεσμες πιέσεις παραγκωνίζουν τις μακροπρόθεσμες λύσεις και το Ηνωμένο Βασίλειο κινδυνεύει να χάσει την ευκαιρία της υπερδύναμης. Ήδη αρκετά πράγματα δεν λειτουργούν στη χώρα, όπως οι φορολογικές πιστώσεις έρευνας και ανάπτυξης (R&D) που αποσύρθηκαν για τις μικρές εταιρείες, οι οποίες βρίσκονται πλέον εκτός του ερευνητικού προγράμματος της ΕΕ Horizon. Το μερίδιο του Ηνωμένου Βασιλείου στην παγκόσμια αγορά Ε&Α μειώνεται και ο κλάδος είναι «αντικείμενο καχυποψίας και μη κατανόησης από την κυβέρνηση», υποστήριξε η Bingham.

Σχετικά με την τιμολόγηση στη χώρα, το πρόγραμμα VPAS συμφωνήθηκε το 2019 και περιορίζει την αύξηση των δαπανών στα επώνυμα φάρμακα στο 2% ετησίως, με τον κλάδο να επιστρέφει ολοένα και μεγαλύτερα ποσά στα κρατικά ταμεία. Με την έκρηξη της συνταγογράφησης που πυροδότησε η Covid, το ποσοστό έκπτωσης εκτινάχθηκε πέρυσι στο 26,5% των εσόδων. Η AbbVie, όταν αποχώρησε, υποστήριξε ότι τέτοιοι αριθμοί «δεν παρατηρούνται σε καμία συγκρίσιμη χώρα». Ακόμη και το γερμανικό ποσοστό ανέρχεται στο 12%.

Μια παράλληλη ανησυχία είναι ότι η κρίση στο NHS διαχέεται τώρα σε τομείς όπως οι κλινικές δοκιμές. Τα στατιστικά στοιχεία πέρυσι από την Ένωση της Βρετανικής Φαρμακευτικής Βιομηχανίας (ABPI), έδειξαν ότι το Ηνωμένο Βασίλειο υποχώρησε από την τέταρτη θέση το 2017 στη 10η θέση το 2021 ως προς τον αριθμό των δοκιμών στο τελευταίο στάδιο της φάσης 3 – πίσω από τον Καναδά, την Ιταλία και την Πολωνία. Αυτή δεν είναι μια εικόνα μιας υπερδύναμης των βιοεπιστημών σε δράση.

Το πρόβλημα, όπως λέει ο κλάδος, είναι η αξιοπιστία και η συνέπεια της παράδοσης, παρά το γεγονός ότι οι κλινικές δοκιμές αποφέρουν έσοδα στο NHS (κατά μέσο όρο 9.000 λίρες ανά ασθενή, σύμφωνα με το ABPI).

Οι εταιρείες τείνουν να δυσκολεύονται να αναφέρουν παραδείγματα, επειδή οτιδήποτε περιλαμβάνει πρόσβαση σε θεραπείες αιχμής είναι εξαιρετικά ευαίσθητο. Αλλά η έκθεση του ABPI προσέφερε μια μελέτη περίπτωσης χωρίς ονόματα. Το 2022, μια φαρμακευτική εταιρεία σχεδίαζε παγκόσμια κλινική δοκιμή φάσης 2 για ασθενείς με μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα και επιλέχθηκαν τρεις τοποθεσίες στο Ηνωμένο Βασίλειο. Δύο αντιμετώπισαν «σημαντικές καθυστερήσεις στις διαπραγματεύσεις κοστολόγησης και σύναψης συμβάσεων που προέκυψαν από συνεχή ζητήματα με την ερευνητική ικανότητα του NHS». Το αποτέλεσμα είναι ότι οι ασθενείς στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν θα μπορούν να έχουν πρόσβαση σε μια δοκιμή για μια θεραπεία που μπορεί να παρατείνει τη ζωή.

Πάντως, οι δύο εγχώριοι φαρμακευτικοί κολοσσοί του Ηνωμένου Βασιλείου – AstraZeneca και GlaxoSmithKline – δεν έχουν κάνει μέχρι στιγμής δημοσίως σχόλια. 

Πηγές:
Guardian

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Άδ. Γεωργιάδης: Μείωση δαπανών 1,5% στα νοσοκομεία, με αύξηση αποδοτικότητας
Δωρεά Στ. Κουτμερίδη στη μνήμη της κόρης του που πέθανε από CoViD
Αποκάλυψη προτομής Ιπποκράτη στο Παγκόσμιο Ιπποκράτειο Ινστιτούτο Ιατρών