Η παχυσαρκία δεν επηρεάζει μόνο την υγεία αυτού που την έχει αλλά θα μπορούσε να έχει και σοβαρές συνέπειες στο παιδί του.

Επιστήμονες του University of Geneva (UNIGE) και του Geneva University Hospitals (HUG) μελέτησαν την επίδραση της παχυσαρκίας της μητέρας στον κίνδυνο εμφάνισης ηπατικής νόσου και καρκίνου ήπατος στο παιδί της.

Σε πειράματα σε ποντικούς, ανακάλυψαν ότι ο κίνδυνος ήταν πράγματι πολύ υψηλότερος στο παιδί μητέρων που ήταν παχύσαρκες.

Μια από τις κύριες αιτίες ήταν η μετάδοση διαταραγμένου εντερικού μικροβιώματος από τη μητέρα, οδηγώντας σε χρόνια ηπατική νόσο και η επίδραση φάνηκε στην ενήλικο ζωή.

Tα αποτελέσματα, που θα πρέπει να επιβεβαιωθούν και σε ανθρώπους, είναι προειδοποιητικό σημάδι για την αρνητική επίδραση της παχυσαρκίας στα παιδιά.

Μελετήθηκαν 2 ομάδες θηλυκών ποντικών. Η πρώτη σιτίστηκε με διατροφή πλούσια σε λιπαρά και σάκχαρα και γρήγορα έγινε παχύσαρκη, ενώ η ομάδα ελέγχου ακολούθησε τη συνήθη διατροφή.

Ο Beat Moeckli, εξήγησε ότι όλα τα παιδιά ακολούθησαν φυσιολογική διατροφή και δεν ήταν υπέρβαεα. Η μόνη διαφορά ήταν η παχυσαρκία της μητέρας στην πρώτη ομάδα. Στις 20 εβδομάδες (ενήλικη ηλικία στους ανθρώπους) δεν παρατηρήθηκαν διαφορές.

Πρόσθεσε ότι στις 40 εβδομάδες (ώριμη ηλικία στους ανθρώπους) η ηπατική υγεία της πρώτης ομάδας άρχισε να φθίνει.

Ολες οι παράμετροι της ηπατικής νόσου ήταν σημαντικά υψηλότερες στα παιδιά των παχύσαρκων  μητέρων. Και αυτές είναι οι κύριοι παράγοντες κινδύνου για καρκίνο στο ήπαρ των ανθρώπων.

Για να επιβεβαιωθεί αν οι ποντικοί είχαν υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου στο ήπαρ, οι ερευνητές ενέχυσαν ογκογόνο προϊόν αμέσως μετά τον απογαλακτισμό και πράγματι τα παιδιά παχύσαρκων μητέρων είχαν 80% κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου έναντι 20% της ομάδας ελέγχου.
Η παχυσαρκία της μητέρας, επομένως, έχει επίδραση για καιρό μετά τη γέννηση του παιδιού της που φαίνεται να κληρονομεί δυσλειτουργικό μικροβίωμα παρά τις δικές του συνθήκες ζωής. Η παχυσαρκία αλλάζει τη σύνθεση και ποικιλία του μικροβιώματος της μητέρας που περνά στην επόμενη γενεά και επιμένει δια βίου.

Όμως, βάζοντας ποντικούς από τις 2 ομάδες στο ίδιο κλουβί  το μικροβίωμα έγινε φυσιολογικό.

Καθώς οι ποντικοί τρώνε τα κόπρανά τους, γρήγορα μοιράστηκαν τα ίδια στελέχη μικροβιώματος. Στη συνέχεια αυξήθηκε η βακτηριακή ποικιλία υπερ των καλών βακτηρίων.

Ως αποτέλεσμα, το υγιές μικροβίωμα φυσιολογικά ανακτά τα πρωτεία και μειώνεται ο δείκτης ηπατικής νόσου. ‘’Βλέπουμε σαφή επίδραση του μικροβιώματος στον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου στο ήπαρ, δείχνοντας τον κεντρικό του ρόλο στη μετάδοση του κινδύνου νόσησης από τη μητέρα στο παιδί, δήλωσαν οι ερευνητές’’.

Το junk food ενισχύει την αύξηση των κακών βακτηρίων και μειώνει την ποικιλία των βακτηρίων. Το αλλοιωμένο μικροβίωμα που μεταφέρεται στον τοκετό οδηγεί κατόπιν σε μεγαλύτερη φλεγμονή του ήπατος και με τον καιρό δημιουργεί ίνωση και στεάτωση που με τη σειρά τους αυξάνουν τον κίνδυνο καρκίνου στο ήπαρ. Η φυσιολογικοποίηση του μικροβιώματος κάνει φυσιολογικό και τον κίνδυνο καρκίνου.

Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο JHEP Reports.

Πηγές:
JHEP Reports.

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Ανοσολογικές εξετάσεις κοπράνων: Μεγάλες δυνατότητες για την ανίχνευση του καρκίνου του παχέος εντέρου και των πρόδρομων μορφών του
Αύξηση 74% των αιτήσεων κλινικών μελετών στη χώρα το 2024
BAUSCH + LOMB Ελλάδας: Λανσέρει το πρώτο και μοναδικό νέας γενιάς φαρμακευτικό οφθαλμικό διάλυμα για την αντιμετώπιση του κόκκινου ματιού