Ο διαβήτης τύπου 2 είναι λιγότερο συχνός σε χώρες όπου οι άνθρωποι συχνά απολαμβάνουν πολύ τσάι, υποδεικνύει στατιστικό μοντέλο.
Ο αριθμός των ανθρώπων με διαβήτη έχει αυξηθεί σχεδόν κατά 6 φορές τις περασμένες δεκαετίες, ενισχύοντας το ενδιαφέρον για τον τρόπο που οι τροφές θα μπορούσαν να παίζουν ρόλο στην πρόληψη, δήλωσαν οι ερευνητές.
Ομάδα Γάλλων, Βρετανών και Σουηδών ερευνητών ερεύνησε πληροφορίες για την κατανάλωση τσαγιού σε 50 χώρες με βάση στοιχεία πωλήσεων του 2009, από εταιρεία έρευνας αγοράς, για τυχόν σχέση με 5 σημαντικές νόσους.
Ο Ariel Beresniak, του Data Mining International, στη Γενεύη και οι συνεργάτες του στην έρευνα, σημειώνουν στο περιοδικό ‘BMJ Open’ ότι παρατήρησαν πως μεταξύ των 5 δεικτών υγείας μόνο ο δείκτης εμφάνισης διαβήτη φάνηκε να έχει ισχυρή στατιστική σχέση με την κατανάλωση μαύρου τσαγιού.
Η σχέση δείχνει μόνο πιθανή αιτία που χρειάζεται περαιτέρω έρευνα, προειδοποίησαν οι ερευνητές, σημειώνοντας ότι ο καθορισμός της αιτίας είναι μια από τις πιο δύσκολες προκλήσεις της δημόσιας υγείας.
Στην έρευνα, η κατανάλωση μαύρου τσαγιού ήταν υψηλότερη στην Ιρλανδία, σχεδόν 2.16 κιλά το χρόνο ανά άτομο, και χαμηλότερη στη Νότια Κορέα με 0.0007 του κιλού ανά έτος το άτομο.
Ωστόσο η ποιότητα και σταθερότητα της κατανάλωσης και των στοιχείων υγείας μεταξύ 50 χωρών πιθανόν ποίκιλε.
Άλλοι παράγοντες που δεν ελήφθησαν υπόψη στην ανάλυση μπορεί ενδεχομένως να είναι σημαντικοί, δήλωσαν οι ερευνητές.
Το μαύρο τσάι αντιπροσωπεύει το 90% του τσαγιού που πωλείται στη δύση, δήλωσαν οι ερευνητές. Ο Κινέζικος πληθυσμός καταναλώνει 30 φορές περισσότερο πράσινο τσάι ανά κάτοικο σε σχέση με το μαύρο τσάι.
Πηγές:
‘BMJ Open’.
Ειδήσεις υγείας σήμερα
Σε δημόσια διαβούλευση το νομοσχέδιο για το Εθνικό Σύστημα Τραύματος
“Tissue is the issue”: Ο δρόμος προς την εξατομίκευση της ογκολογικής θεραπείας
Διαδικτυακός τζόγος και διαταραχή τυχερών παιχνιδιών