Κωνσταντίνος Η. Τσίγκος, MD, PhD, Ενδοκρινολόγος - Διαβητολόγος, Επιστημ. Συνεργάτης ΥΓΕΙΑ

 

Ως οστεοπόρωση ορίζουμε την ελάττωση του πάχους και της πυκνότητας του οστού με παράλληλη διαταραχή της μικροαρχιτεκτονικής του σε βαθμό που αυξάνει τον κίνδυνο κατάγματος με ελάχιστη βία. Η οστεοπόρωση είναι μια ύπουλη και σιωπηλή ασθένεια, τουλάχιστον στα πρώτα της στάδια, γιατί δεν δίνει σαφή συμπτώματα ή προειδοποιητικά σημεία. Καθώς προχωρά η νόσος, πόνοι στη σπονδυλική στήλη μπορούν να προκληθούν από μικροκατάγματα, καθώς και με καθίζηση ή παραμόρφωση των σπονδύλων με παράλληλη ελάττωση του ύψους του ασθενή, περιορισμό στην κίνηση ή και κύφωση. Δεν είναι καθόλου σπάνιο η διάγνωση της οστεροπόρωσης να καθυστερήσει και να τεθεί μόλις συμβεί το πρώτο κάταγμα. Σύμφωνα με μεγάλες επιδημιολογικές μελέτες, 1 στις 3 γυναίκες και 1 στους 8 άνδρες άνω των 50 ετών θα υποστούν οστεοπορωτικό κάταγμα. Οστεοπόρωση όμως μπορεί να παρουσιασθεί και σε νεώτερους άνδρες και γυναίκες.

Φυσιολογικά, η οστική μάζα/πυκνότητα αυξάνεται προοδευτικά μέχρι την ηλικία των 30-35 περίπου ετών, οπότε φθάνει στο μέγιστο επίπεδο. Η κορυφαία αυτή οστική μάζα (peak bone mass) επηρεάζεται σημαντικά από τη διατροφή και τα γονίδιά μας, το φύλο, τη μυϊκή άσκηση και βεβαίως τη γενικότερη υγεία του ατόμου. Μετά την ηλικία των 35 ετών αρχίζει βαθμιαία απώλεια οστικής μάζας που αποτελεί φυσιολογικό φαινόμενο και συνεχίζεται στην υπόλοιπη ζωή και τα γεράματα, με ιδιαίτερη επίταση μετά την εμμηνόπαυση στις γυναίκες, έτσι ώστε να ευθύνεται για το 80% των περιπτώσεων οστεοπόρωσης στις γυναίκες. Αντίθετα, η οστεοπόρωση που αποδίδεται σε συγκεκριμένα αίτια, όπως ενδοκρινικά νοσήματα, συστηματικά νοσήματα, λήψη φαρμάκων, διατροφικές ανεπάρκειες, κακές συνήθειες (πχ. κάπνισμα, αλκοόλ) και άλλες καταστάσεις, διαπιστώνεται συχνότερα στους άνδρες (40-60% των περιπτώσεων) και στις προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες.

Από τα ενδοκρινικά νοσήματα που προκαλούν οστεοπόρωση, συχνότερα είναι ο υπερθυρεοειδισμός και η υπερθεραπεία με θυροξίνη, ο υπερπαραθυρεοειδισμός, η υπερέκριση κορτιζόλης και η μακροχρόνια θεραπεία με κορτιζόνη. Επίσης, η υψηλή προλακτίνη καταστέλλει την παραγωγή οιστρογόνων και τεστοστερόνης, με αποτέλεσμα να προκαλείται απώλεια οστικής μάζας, όπως και σε κάθε άλλη περίπτωση υπογοναδισμού (βλάβες στην υπόφυση, τους όρχεις και τις ωοθήκες).

Συχνά αίτια οστεοπόρωσης είναι και χρόνια νοσήματα του γαστρεντερικού που προκαλούν δυσαπορρόφηση ασβεστίου και βιταμίνης D (πχ. γαστρεκτομή και βαριατρικές επεμβάσεις, νόσος Crohn, κοιλιοκάκη, χρόνια ηπατική νόσος), καθώς  και η ανεπάρκεια βιταμίνης D (συχνό φαινόμενο σε όλες τις ηλικίες) και οι μη ισορροπημένες δίαιτες για απώλεια βάρους.

Οστεοπόρωση επίσης μπορούν να προκαλέσουν συστηματικά νοσήματα, όπως πολλαπλό μυέλωμα, λεμφώματα, ρευματικά νοσήματα, χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, κατάθλιψη και νευρογενής ανορεξία, καθώς και η μακροχρόνια ακινητοποίηση στο κρεββάτι. Τέλος, αποτελεί συχνή επιπλοκή χρόνιας θεραπείας με γλυκορτικοειδή, αντιεπιληπτικά, αντιπηκτικά, κυτταροτοξικά και ανοσοκατασταλτικά φάρμακα, καθώς και της κατάχρησης αλκοόλ, καφέ και τσαγιού, σε συνδυασμό με ανεπαρκή πρόσληψη ασβεστίου.

Σήμερα, η διάγνωση της οστεοπόρωσης γίνεται με την εξέταση "Οστεοπυκνομετρία με διπλή Φωτονιακή Απορροφησιομέτρηση" (DEXA), ενώ η σύγχρονη αντιμετώπιση της οστεοπόρωσης επικεντρώνεται σε δύο κύριους στόχους: την μεγιστοποίηση της κορυφαίας οστικής μάζας (πρωτογενής πρόληψη) και την ελαχιστοποίηση των οστικών απωλειών (δευτερογενής πρόληψη).

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Περιεμμηνόπαυση: Ερωτήσεις που πρέπει να κάνετε στον γυναικολόγο σας
ECDC: Σημαντική αύξηση κρουσμάτων συγκυτιακού ιού - Ποιους απειλεί ο RSV
Διοικητές νοσοκομείων: Παράδοξα και αντιφάσεις ενός διαγωνισμού