Της ΣΟΦΙΑΣ ΝΕΤΑ
Η χρόνια ιογενής ηπατίτιδα υπολογίζεται ότι προσβάλλει ετησίως, σε παγκόσμιο επίπεδο, περισσότερους ανθρώπους από ότι ο ιός HIV που προκαλεί το AIDS. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας θεωρεί την ιογενή ηπατίτιδα ως μια μεγάλη απειλή για τη δημόσια υγεία.
Από υπολογισμούς με βάση ειδικά μοντέλα, φαίνεται ότι μετά το 2010 οι θάνατοι από ηπατίτιδα C θα είναι περισσότεροι από εκείνους που οφείλονται στον ιό του AIDS. Οι ηπατίτιδες B και C μπορούν να ανιχνευθούν με μια απλή εξέταση, που μπορεί να αποδειχθεί σωτήρια.
Δυστυχώς πολλοί από τους 400.000 Έλληνες που πάσχουν από χρόνια ιογενή ηπατίτιδα δεν το μαθαίνουν παρά όταν είναι αργά...
Η ηπατίτιδα αποτελεί φλεγμονή του ήπατος, η οποία προκαλείται κυρίως από τους ιούς της ηπατίτιδας Α, Β, C, D και E, αλλά και από την υπερβολική κατανάλωση αλκοόλης. Ως χρόνια ηπατίτιδα ορίζουμε τη φλεγμονή του ήπατος που παρατείνεται για περισσότερο από 6 μήνες και προκαλείται από τους ιούς B, C και D, με συχνότερες τις χρόνιες ηπατίτιδες B και C.
Η ηπατίτιδα Β προκαλείται από τον ιό της ηπατίτιδας Β (HBV) που ανακαλύφθηκε στα μέσα της δεκαετίας του ΄60. Η ηπατίτιδα C προκαλείται από τον ιό της ηπατίτιδας C (HCV), ο οποίος ανακαλύφθηκε το 1989. Η μετάδοση των δύο ιών γίνεται με την αιματογενή οδό ή με τη σεξουαλική επαφή.
Οι μεταγγίσεις αίματος ή παραγώγων του δεν αποτελούν σήμερα τρόπο μετάδοσης, λόγω του συστηματικού ελέγχου που διενεργείται στις μονάδες αιμοδοσίας.
Η κοινή χρήση συριγγών κατά τη λήψη ναρκωτικών ουσιών, μολυσμένα εργαλεία που χρησιμοποιούνται για τατουάζ και η σεξουαλική επαφή με άτομο που πάσχει από ηπατίτιδα, αποτελούν τους κύριους τρόπους μετάδοσης. Στο 1/3 των ατόμων που πάσχουν από χρόνια ηπατίτιδα Β ή C δεν ανευρίσκεται κανένας παράγοντας κινδύνου.
Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της οξείας αλλά και της χρόνιας ηπατίτιδας είναι ότι η νόσος κατά κανόνα είναι ασυμπτωματική και έτσι οι ασθενείς δεν ζητούν ιατρική βοήθεια, με αποτέλεσμα η ηπατική βλάβη να προχωρά στο στάδιο της κίρρωσης και της ηπατικής ανεπάρκειας.
Επιπλέον, οι ασθενείς με κίρρωση διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για ανάπτυξη καρκίνου του ήπατος.
Υπολογίζεται ότι το 2-5% των ασθενών με κίρρωση από ιογενή ηπατίτιδα Β ή C θα αναπτύξει επιπλοκές της κίρρρωσης ή καρκίνο του ήπατος ετησίως. Ο κίνδυνος της καρκινογένεσης για τον ασθενή με HBV κίρρωση υπολογίζεται ότι είναι αυξημένος κατά 500 περίπου φορές σε σύγκριση με το γενικό πληθυσμό.
Αν στα δεδομένα αυτά προστεθεί και το γεγονός ότι δεν υπάρχει αντίστοιχο εμβόλιο αντιμετώπισης της ηπατίτιδας C, γίνεται αντιληπτό το μέγεθος του προβλήματος που προκαλείται για τη δημόσια υγεία.
Όπως ανέφερε χθες ο πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Μελέτης του Ήπατος, Ε. Aκριβιάδης και ο γενικός γραμματέας Σπ. Μανωλακόπουλος ‘τα στατιστικά στοιχεία αναφέρουν ότι περισσότερα από 500 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν προσβληθεί παγκοσμίως από τον ιό της ηπατίτιδας Β και C, ενώ στην Ελλάδα το 2% περίπου του πληθυσμού πάσχει από χρόνια ηπατίτιδα Β και αντίστοιχο ποσοστό πάσχει από ΗCV ηπατίτιδα.
Το βασικό είναι ότι οι περισσότεροι δεν το γνωρίζουν.
Πρόσφατοι υπολογισμοί στη Γαλλία και στις Η.Π.Α. προβλέπουν αύξηση κατά 61% των περιπτώσεων κίρρωσης και 68% των περιπτώσεων ηπατοκυτταρικού καρκίνου, ενώ αντίστοιχη μελέτη στην Ελλάδα υπολόγισε ότι θα έχουμε αύξηση κατά 21% των κιρρωτικών ασθενών και κατά 30% των περιστατικών πρωτοπαθούς καρκίνου του ήπατος σε έδαφος χρόνιας ηπατίτιδας C’..
Οι ειδικοί τονίζουν ότι η χρόνια ιογενής ηπατίτιδα, κυρίως λόγω των μακροχρόνιων σοβαρών επιπλοκών της, αποτελεί πολύ σημαντικό πρόβλημα δημόσιας υγείας, η αντιμετώπιση του οποίου απαιτεί λήψη προληπτικών μέτρων για αποφυγή της μετάδοσης, αλλά και έγκαιρη διάγνωση και έναρξη της θεραπείας.
Η θεραπευτική αντιμετώπιση της χρόνιας ηπατίτιδας Β στηρίζεται στην ιντερφερόνη και στα από του στόματος νουκλεοσ(τ)ιδικά ανάλογα (λαμιβουντίνη, διπιβαλική αδεφοβίρη, εντεκαβίρη, τελμπιβουντίνη) και για τη χρόνια ηπατίτιδα C στη χορήγηση συνδυασμού πεγκυλιωμένης ιντερφερόνης και ριμπαβιρίνης.
Στόχος στην ηπατίτιδα Β είναι η καθυστέρηση ή η ακύρωση των σοβαρών συνεπειών της νόσου, ενώ στη χρόνια ηπατίτιδα C η πλήρης ίαση της νόσου, που επιτυγχάνεται με την κάθαρση του ιού. Πρέπει να τονισθεί ότι οι ασθενείς που θα ιαθούν απαλλάσσονται πλήρως από τις μακροχρόνιες συνέπειες της νόσου.
‘Η χρόνια ιογενής ηπατίτιδα Β και C αποτελεί σήμερα ένα νόσημα που αντιμετωπίζεται και σε πολλές περιπτώσεις μπορεί να ιαθεί πλήρως. Ο εντοπισμός των ασθενών και η έγκαιρη διάγνωση αποτελούν βασικές προϋποθέσεις για να μειώσουμε τις σοβαρές συνέπειες της χρόνιας ηπατοπάθειας.
Οι ερευνητικές προσπάθειες συνεχίζονται με πολλά νέα φάρμακα να βρίσκονται σε φάση δοκιμών, ελπίζοντας ότι στο μέλλον θα βοηθήσουν να αυξηθεί το ποσοστό των ασθενών που θα απαλλαγούν από τον ιό με μικρότερης διάρκειας θεραπείες’, υπογράμμισαν τα μέλη της Εταιρείας.
{{dname}} - {{date}}
{{body}}
Απάντηση Spam
{{#subcomments}} {{/subcomments}}