Το Σύνδρομο του Ευερέθιστου Εντέρου και η δυσκοιλιότητα επηρεάζουν πολύ αρνητικά την ποιότητα ζωής όσων πάσχουν. Φάρμακα όπως η σκοπολαμίνη και η δισακοδύλη βοηθούν στην αποτελεσματική αντιμετώπισή τους αντίστοιχα.
Ταυτόχρονα, οι διαλυτές φυτικές ίνες βοηθούν στην τακτική και φυσιολογική λειτουργία του εντέρου με φυσικό τρόπο. Η ‘καρδιαγγειακή ταυτότητα’, όπως επισημαίνουν οι νεότερες οδηγίες δίνει τη δυνατότητα για τον απαραίτητο εργαστηριακό έλεγχο και καθορίζει την απόφαση για την επιλογή των θεραπευτικών παρεμβάσεων.
Αυτά τόνισαν μεταξύ άλλων οι ομιλητές κατά τη διάρκεια του 2ου Πανευρωπαϊκού Εκπαιδευτικού Συνεδρίου με θέμα ‘Master Course οn Risk management in Primary Care’, που οργάνωσε η Εταιρεία Ιατρικών Σπουδών σε συνεργασία με τα Πανεπιστήμιο Παρισίων, Μασσαλίας και Μπομπινύ στο ξενοδοχείο Royal Olympic, στην Αθήνα.
Το 13% του ελληνικού πληθυσμού υποφέρει από το Σύνδρομο του Ευερέθιστου Εντέρου, του οποίου το βασικό σύμπτωμα είναι κοιλιακές διαταραχές που συνοδεύονται από κοιλιακό πόνο και δυσφορία, με αρνητικό αντίκτυπο στην ποιότητα ζωής τους, ενώ πολλοί δηλώνουν ότι αναγκάζονται να αλλάξουν ή να ακυρώσουν κοινωνικές υποχρεώσεις και μάλιστα συχνά την τελευταία στιγμή, τόνισε ο Επικ.
Καθ. Χειρουργικής και Πρόεδρος της Εταιρείας Ιατρικών Σπουδών κος Ι. Καραϊτιανός.
Το ίδιο ισχύει και για το πώς ενεργούν στο χώρο εργασίας, αφού πολλοί είναι εκείνοι που συμφωνούν ότι ‘γι’ αυτό το λόγο δεν κάνουν τη δουλειά τους τόσο καλά όσο θα ήθελαν’. Τα 2/3 όσων πάσχουν, υποφέρουν από κοιλιακούς πόνους και δυσφορία, μια τουλάχιστον φορά το μήνα.
Η σκοπολαμίνη, σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο ιατρικό περιοδικό ‘Drugs’, παρέχει αποτελεσματική και άμεση ανακούφιση, ώστε οι ασθενείς να μπορούν να αντιμετωπίσουν τα συμπτώματά τους και να συνεχίσουν τις καθημερινές τους εργασίες.
Η δραστική ουσία έχει μια μοναδικά στοχευμένη δράση στο πεπτικό σύστημα, η οποία επιτυγχάνει γρήγορη ανακούφιση από τον πόνο και τη δυσφορία σε αυτό, αντί απλώς να τον ‘κουκουλώνει’.
Ένας ακόμη πολύ επιβαρυντικός παράγοντας στην ποιότητα ζωής των πασχόντων, όπως ανέφερε ο κος Συμβουλάκης, Γαστρεντερολόγος – Ηπατολόγος, Επιστημονικός Συνεργάτης Νοσ. ‘Ευαγγελισμός’ είναι η δυσκοιλιότητα. Η δυσκοιλιότητα, ταλαιπωρεί το 15% κατά μέσο όρο, του πληθυσμού στο δυτικό κόσμο.
Νέα δεδομένα σε ότι αφορά στην ποιότητα ζωής χιλιάδων ασθενών που πάσχουν από τη νόσο του Πάρκινσον σε προχωρημένα στάδια δίνει μία νέα φαρμακευτική θεραπεία. Εμφανίζεται πιο συχνά στις γυναίκες και στους ηλικιωμένους. Στην Ελλάδα, το 16% του πληθυσμού αναφέρει δυσκοιλιότητα μέσα στον τελευταίο χρόνο, ποσοστό που αυξάνεται στο 20% σε αναφορά του συμπτώματος τουλάχιστον μια φορά στο παρελθόν, σύμφωνα με μελέτη του Ελληνικού Ιδρύματος Γαστρεντερολογίας και Διατροφής (ΕΛΙΓΑΣΤ).
Είναι πολύ σημαντική η συνολική αντιμετώπιση του προβλήματος της δυσκοιλιότητας, έτσι ώστε αυτό να μη γίνει χρόνιο και επίμονο. Στις περιπτώσεις που η δυσκοιλιότητα επιμένει, συχνά απαιτείται και χρήση φαρμακευτικής αγωγής, δηλαδή υπακτικών φαρμάκων, με κυριότερο εκπρόσωπό τους τη δισακοδύλη.
Η συγχορήγηση διαλυτών φυτικών ινών σε επαρκή ποσότητα έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα αποτελεσματική για τη ρύθμιση της εντερικής λειτουργίας και την αποφυγή της συνεχούς και μακροχρόνιας χρήσης ενός φαρμάκου. Το φάρμακο εξασφαλίζει την αποτελεσματική και προγραμματισμένη δράση και η συνέχιση της αντιμετώπισης του προβλήματος με διαλυτές φυτικές ίνες δίνει τη λύση για τη σωστή και ολοκληρωμένη αντιμετώπισή του.
Πρόσθετες μελέτες έχουν αξιολογήσει την κλινική αποτελεσματικότητα των διαλυτών φυτικών ινών όπως η γλυκομαννάνη, στους ασθενείς και των δυο φύλων με χρόνια δυσκοιλιότητα. Η χορήγηση αυτής της διαλυτής ίνας συνοδεύθηκε από μια σημαντική αύξηση στη συχνότητα της λειτουργίας των εντέρων και μια επακόλουθη σημαντική μείωση της χρήσης των φαρμάκων.
Τα ευεργετικά αυτά αποτελέσματα διατηρήθηκαν και στο πέρασμα του χρόνου, παρά τη χορήγηση μειωμένων δόσεων συντήρησης.
Στο Συνέδριο, επίσης, αναφέρθηκαν στην υπέρταση και όλοι οι ομιλητές επεσήμαναν ότι τα επίπεδα της αρτηριακής πίεσης δεν θα πρέπει να εκτιμώνται μόνο με βάση δυο αριθμητικά δεδομένα, δηλαδή τη μεγάλη και τη μικρή τιμή της πίεσης, αλλά θα πρέπει να λαμβάνονται υπ’ όψιν οι λοιποί παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου (π.χ.
ηλικία, νεφρική λειτουργία, ιστορικό παλαιότερων καρδιαγγειακών επεισοδίων, διαφορά της μικρής από τη μεγάλη πίεση στους ηλικιωμένους, επίπεδα λιπιδίων και σακχάρου, καπνιστικές συνήθειες κτλ).
Με τον τρόπο αυτό, ο ιατρός δεν έχει απέναντί του έναν απλό υπερτασικό, αλλά έναν υπερτασικό με 'καρδιαγγειακή ταυτότητα'. Η 'καρδιαγγειακή ταυτότητα', όπως επισημαίνουν οι νεότερες οδηγίες, δίνει τη δυνατότητα για τον απαραίτητο εργαστηριακό έλεγχο και καθορίζει την απόφαση για την επιλογή των θεραπευτικών παρεμβάσεων.
Σημαντικό ρόλο έχει η μέτρηση της αρτηριακής πίεσης στο σπίτι. Ένας εξεταζόμενος που εμφανίζει γραπτώς στον ιατρό τουλάχιστον μετρήσεις 6 ημερών της πρωινής και της νυκτερινής αρτηριακής πίεσης στο σπίτι, δίνει πολύτιμες πληροφορίες για την ύπαρξη ή όχι αρτηριακής υπέρτασης.
Η πίεση στόχος για όλους τους υπερτασικούς είναι κάτω από 140/90mmHg, ενώ στα άτομα υψηλού κινδύνου (π.χ. διαβητικοί) είναι κάτω από 130/80mmHg.
{{dname}} - {{date}}
{{body}}
Απάντηση Spam
{{#subcomments}} {{/subcomments}}