Έξι μήνες μετά τη δεύτερη δόση του εμβολίου των Pfizer/BioNTech, ο τίτλος αντισωμάτων παραμένει πάνω από το όριο των 50 AU/ml για το 99% των υγειονομικών του νοσοκομείου "Γ. Γεννηματάς" της Θεσσαλονίκης. Ωστόσο, έχει μειωθεί πολύ σημαντικά (σε ποσοστό 94%) σε σχέση με αυτόν που είχε αποκτηθεί με τη δεύτερη δόση, ειδικά σε όσους έχουν ηλικία άνω των 60 ετών.

Με βάση τις διαπιστώσεις της συνεχιζόμενης μελέτης των εμβολιαστικών κέντρων του "Γ. Γεννηματάς", με συντονιστή τον αναπληρωτή καθηγητή Κλινικής Φαρμακολογίας του ΑΠΘ, Γιώργο Παπαζήση, κρίνεται απαραίτητη η χορήγηση μιας booster (τρίτης) δόσης εμβολίου στους πολίτες άνω των 60 ετών, έξι μήνες μετά τη δεύτερη.

Εξαίρεση αποτελούν όσοι έχουν ιστορικό νόσησης και επιπρόσθετα έχουν κάνει δύο δόσεις του εμβολίου. Αυτοί, σύμφωνα με το προγνωστικό μοντέλο της μελετητικής ομάδας έχουν εξασφαλίσει μακροχρόνια ανοσία, που ξεπερνάει κατά πολύ το ένα έτος.

Οι επιστήμονες προτείνουν, επίσης, τη χορήγηση τρίτης δόσης και σε όλους τους υγειονομικούς, με δεδομένο ότι εμβολιάστηκαν πρώτοι, βάσει προτεραιοποίησης, και για πολλούς εξ αυτών έχουν ήδη παρέλθει 9 μήνες από το αρχικό σχήμα εμβολιασμού.

Η μελέτη

Η μελέτη, που πραγματοποιείται με κύρια ερευνήτρια τη δρ Κωνσταντίνα Κοντοπούλου, διευθύντρια του Μικροβιολογικού Εργαστηρίου και συντονίστρια των εμβολιαστικών κέντρων του νοσοκομείου "Γ. Γεννηματάς", περιελάμβανε αρχικά 425 υγειονομικούς όλων των ειδικοτήτων του συγκεκριμένου νοσοκομείου, που εμβολιάστηκαν στις αρχές του 2021 με το εμβόλιο της Pfizer/BioNTech.

Οι τίτλοι αντισωμάτων των 425 ελέγχθηκαν δύο εβδομάδες μετά τη χορήγηση της πρώτης δόσης. Στη συνέχεια, οι 401 εξ αυτών που ανταποκρίθηκαν ελέγχθηκαν δύο εβδομάδες μετά τη δεύτερη δόση. Οι 281 από τους συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε νέο τεστ αντισωμάτων τρεις μήνες μετά την δεύτερη δόση, και τέλος οι 252 έξι μήνες μετά τη δεύτερη δόση. Η ταξινόμηση των συμμετεχόντων στη μελέτη πραγματοποιήθηκε βάσει ιστορικού προηγούμενης λοίμωξης SARSCoV-2 και ηλικιακής κατηγορίας,

Όπως προέκυψε από την ανάλυση των δεδομένων, μετά την πάροδο 6 μηνών ο μέσος τίτλος αντισωμάτων παραμένει περίπου διπλάσιος συγκριτικά με αυτόν που είχε αποκτηθεί δύο εβδομάδες μετά την πρώτη δόση, αλλά μειώθηκε κατά 94% συγκριτικά με αυτή που είχε μετρηθεί δύο εβδομάδες μετά τη δεύτερη δόση (ο μέσος όρος του τίτλου των αντισωμάτων στο εξάμηνο είναι περίπου: 1.000AU/ml).

Σύμφωνα με τον συντονιστή καθηγητή Γιώργο Παπαζήση, τα άτομα άνω των 60 ετών είχαν σημαντικά χαμηλότερους τίτλους συγκριτικά με τα άτομα κάτω των 50. Επιπλέον, στα άτομα άνω των 60 οι τίτλοι έπεσαν από 10.000 στο 1.000 σε 4 μήνες ενώ στα άτομα κάτω των 60 η πτώση αυτή έγινε σε 6 μήνες. Όπως εξηγεί ο καθηγητής, "μετά από 6 μήνες, η πτώση του τίτλου που αντιστοιχεί σε ≤1000AU/ml είναι η ίδια σε όλες τις ηλικίες. Με βάση αυτό διαφαίνεται η αναγκαιότητα μιας booster δοσης (3η) για τα άτομα άνω των 60 στους έξι μήνες μετά τον εμβολιασμό".

Σημαντικό εύρημα της μελέτης αποτελεί η διαπίστωση πως έχουν εξασφαλίσει μακροχρόνια υπέρ-ανοσοποίηση όσοι έχουν ιστορικό νόσησης και στη συνέχεια έκαναν και τις δύο δόσεις του εμβολίου. Αυτοί, όχι μόνο δεν χρειάζονται επιπλέον δόση, αλλά με βάση το προγνωστικό μοντέλο, που συνυπολόγισε ευρήματα της μελέτης με αυτά άλλων διεθνών μελετών, έχουν ανοσία που μπορεί να διαρκέσει πολύ περισσότερο από ένα χρόνο.

Σε σχέση με τα επίπεδα της πρώτης δόσης, ο ρυθμός μείωσης των αντισωμάτων στο εξάμηνο δεν παρουσίασε διαφορές σε σχέση με το φύλο. Αντίθετα, υπήρξαν σημαντικές διαφοροποιήσεις σε σχέση με την ηλικία των συμμετεχόντων, αλλά και το ιστορικό μόλυνσης.

Σε σύγκριση με τα επίπεδα της δεύτερης δόσης, οι άνδρες και τα μη μολυσμένα άτομα σημείωσαν μεγαλύτερη πτώση στο διάστημα του εξαμήνου, ενώ η ηλικία δεν φαίνεται να επηρέασε ιδιαίτερα την τάση μείωσης.

Τέλος, η πτώση των τίτλων αντισωμάτων ήταν ομοιογενής στο διάστημα από τους 3 ως τους 6 μήνες, τόσο αναφορικά με το φύλο όσο και με την ηλικία, παρουσιάζοντας διαφορές μόνο σε σχέση με το ιστορικό λοίμωξης.  

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Επιληψία: Το "βραχυκύκλωμα" του εγκεφάλου, το στίγμα και η λάθος διάγνωση
Παιδιά με κάταγμα και έλλειψη βιταμίνης D αναρρώνουν πιο αργά [μελέτη]
Ρίγανη: Αρωματική αλλά και υγιεινή