Ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις σε σχέση με τη θνητότητα από CoViD πριν από την έναρξη των εμβολιασμών, πραγματοποίησε διεθνής ομάδα επιστημόνων. 

Η ανάλυση, που παρατίθεται πιο κάτω, δημοσιεύτηκε στο έγκριτο περιοδικό The Lancet και παρατίθεται ολόκληρη πιο κάτω. Όι συγγραφείς της αναδεικνύουν το πρόβλημα που είχε η Ελλάδα από τις πρώτες φάσεις της πανδημίας και επιχειρούν να ερμηνεύσουν τα αίτια της αρνητικής εικόνας που είχαν χώρες με επαρκή συστήματα Υγείας.

Βασικό εργαλείο για την ανάλυσή τους είναι ο λόγος μόλυνσης από κορωνοϊό προς τη θνητότητα (IFR). Πρόκειται για έναν δείκτη, ο οποίος ποσοτικοποιεί την πιθανότητα ενός ατόμου να πεθάνει έπειτα από μόλυνση από τον ιό. Όπως αναφέρουν, συμβάλλει στην κατανόηση των παραγόντων που σχετίζονται με τη θνητότητα από CoViD. Αποτελεί - σημειώνουν - μία κρίσιμη παράμετρο για τα μοντέλα δυναμικής μετάδοσης του ιού, παρέχοντας έναν τρόπο μετατροπής του ποσοστού θνησιμότητας ενός πληθυσμού σε εκτίμηση λοιμώξεων.

Ο συγκεκριμένος δείκτης μετρήθηκε ανά ηλικία και αντιστοιχίστηκε με τα ποσοστά θνητότητας από CoViD. Η μέτρηση έγινε το διάστημα από τις 15 Απριλίου 2020 έως και την 1η Ιανουαρίου 2021, περίοδο που δεν είχαν ακόμη εισαχθεί τα εμβόλια. Βρέθηκαν σημαντικές διαφοροποιήσεις σε σχέση με την ηλικία, την τοποθεσία και τον χρόνο.

Η μικρότερη επίπτωση καταγράφηκε στις ηλικίες κοντά στα 7 έτη, αυξανόμενη εκθετικά μέχρι την ηλικία των 30 ετών και άνω. Οι χώρες με τον υψηλότερο δείκτη ήταν η Πορτογαλία, το Μονακό, η Ιαπωνία, η Ισπανία και η Ελλάδα.  

Δείκτης μόλυνσης από κορωνοϊό προς θνητότητα

 Χώρα Απρίλιος 2020 Ιούλιος 2020 Οκτώβριος 2020 Ιανουάριος 2021
Πορτογαλία 2,683% 2,085% 1,805% 1,708%
Ισπανία 2,175% 1,71% 1,512% 1,447%
Ελλάδα 2,089% 1,637% 1,441% 1,378%
Γερμανία 1,959% 1,535% 1,351% 1,293%
Δανία 1,837% 1,446% 1,279% 1,226%
Ιταλία 1,721% 1,368% 1,211% 1,161%
Ηνωμένο Βασίλειο 1,568% 1,339% 1,237% 1,201%
Κύπρος 1,143% 0,895% 0,788% 0,754%

Συννοσηρότητες

Το IFR βρέθηκε υψηλό σε χώρες με καλά εξοπλισμένα συστήματα Υγείας, στοιχείο που δείχνει πως υπάρχουν και άλλοι σημαντικοί παράγοντες που καθόρισαν την έκβαση. Ενδέχεται να οφείλεται σε συρροή κρουσμάτων σε κλειστές δομές φροντίδας ή την ύπαρξη στον πληθυσμό συννοσηροτήτων, οι οποίες αύξησαν τη σοβαρότητα της CoViD.

Επειδή ο δείκτης IFR σχετίζεται στενά με την ηλικία, η ηλικιακή δομή του δείγματος αντιπροσώπευε σχεδόν τα τρία τέταρτα της πιθανής διακύμανσης. Μετά την ηλικιακή τυποποίηση, πολλές χώρες της Βόρειας Αμερικής και της Ευρώπης συνέχισαν να έχουν υψηλά IFR, παρά το γεγονός ότι είχαν μεγαλύτερη πρόσβαση σε πόρους υγειονομικής περίθαλψης.

Αυτό το εύρημα πιθανώς δεν μπορεί να αποδοθεί στην υπο-δήλωση θανάτων, επειδή χρησιμοποιήθηκε εκτίμηση του πραγματικού αριθμού θανάτων από COVID-19, μια έννοια που ονομάζεται "συνολική θνησιμότητα από COVID-19, ως αριθμητής του IFR".

Ηλικιωμένοι

Επιχειρώντας να ερμηνεύσουν τις διαφορές, οι συντάκτες της ανάλυσης σημειώνουν πως πιθανές εναλλακτικές εξηγήσεις περιλαμβάνουν υψηλά ποσοστά μετάδοσης του κορωνοϊού στον πληθυσμό κλειστών δομών, υψηλότερο επιπολασμό συννοσηροτήτων που αυξάνουν τη σοβαρότητα της CoViD ή άλλες αιτίες. Σε κάθε περίπτωση, η παγκόσμια διάμεση τιμή IFR μειώθηκε κατά περίπου 33% μεταξύ 15 Απριλίου 2020 και 1 Ιανουαρίου 2021.

Όπως εξηγούν, η ηλικία είναι ο ισχυρότερος προγνωστικός παράγοντας της διακύμανσης του IFR, αλλά ο λόγος για την αυξημένη θνησιμότητα από COVID-19 σε μεγαλύτερες ηλικίες δεν είναι ακόμη σαφής.

Μεταξύ των παραγόντων που αξιολογούνται είναι η ενδοθηλιακή βλάβη που σχετίζεται με την ηλικία, διαφορές στη λειτουργία της πήξης, διαφορές στην έκφραση των υποδοχέων του μετατρεπτικού ενζύμου 2 της αγγειοτενσίνης και υψηλότερος επιπολασμός συννοσηροτήτων.

Παιδιά

Ενδιαφέρον έχει η επισήμανση των επιστημόνων σχετικά με τον κίνδυνο που διατρέχουν τα παιδιά. Αναφερόμενοι στις αποφάσεις για άνοιγμα των σχολείων για τους μικρότερους, πριν από τους μεγαλύτερους μαθητές, σημειώνουν πως αυτές βασίστηκαν στην υπόθεση ότι ο κίνδυνος είναι χαμηλότερος για τα μικρότερα παιδιά.

Τονίζουν, ωστόσο, πως ο δείκτης IFR και θνησιμότητας δείχνουν ότι παιδιά ηλικίας κάτω των 5 ετών διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο από τα παιδιά ηλικίας 10 - 14 ετών ή ακόμη και 15 - 19 ετών.

Σημειώνουν, δε, πως ενισχύεται η υπόθεση για επέκταση του εμβολιασμού στα μικρά παιδιά, μια στρατηγική που έχει αποδειχθεί αποτελεσματική για παρόμοιες αναπνευστικές ασθένειες όπως η πνευμονία.

Επιπλέον Πληροφορίες

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Βλάβη από τον ήλιο: Ποια είναι τα σημάδια
Δήμος Αθηναίων: Δωρεάν παιδιατρικός έλεγχος για ευάλωτες ομάδες
Η Αυστραλία σχεδιάζει να αποκλείσει τους νέους από τα social media