Περίπου 250.000 άτομα στην Αυστρία πάσχουν από ψωρίαση. Δεν είναι όμως οι μόνοι που πλήττονται από την ασθένεια.

Σχεδόν το 80% των συγγενών και των συντρόφων τους υποφέρουν εξίσου. Αυτό είναι το αποτέλεσμα νέας μελέτης που έγινε από δερματολόγους στο Γκρατς της Αυστρίας.

Η Katja Großschädl από το Τμήμα Δερματολογίας της ιατρικής σχολής του Πανεπιστημίου του Γκράτς και οι συν-συγγραφείς σχετικής μελέτης, με τη συμμετοχή του κέντρου ψωρίασης της ιατρικής σχολής στο Πανεπιστήμιο του Κίελου της Γερμανίας, επέλεξαν αρχικά 250 άτομα που πάσχουν από ψωρίαση από το αυστριακό μητρώο ψωρίασης (PsoRA), τα περισσότερα από τα οποία βρίσκονταν σε θεραπεία και η νόσος ήταν υπό έλεγχο.

Σχεδόν το 60% ήταν άνδρες. Στην ταξινόμηση 30 βαθμίδων του δερματολογικού δείκτη ποιότητας ζωής (DLQI), οι ασθενείς είχαν μέση βαθμολογία 4,1 (η δερματική νόσος έχει μικρή επίπτωση στην ποιότητα ζωής). Η ένταση της νόσου ήταν χαμηλή με μέση βαθμολογία PASI (πιθανή από μηδέν έως 72) 1,7.

Όπως ανέφεραν πρόσφατα οι επιστήμονες στο περιοδικό "Skin Health and Disease", δόθηκαν επίσης ερωτηματολόγια και στους πλησιέστερους συγγενείς και συντρόφους για να αξιολογήσουν τη δική τους ποιότητα ζωής. Το ποσοστό ανταπόκρισης ήταν περίπου 61% (153 ερωτηματολόγια).

Τα αποτελέσματα μιλούν για μεγάλη επιβάρυνση των πασχόντων και των συγγενών τους. Οι συγγραφείς της μελέτης τονίζουν ότι παρά την (φαινομενικά αποτελεσματική) θεραπεία, το 46,7% των ασθενών με ψωρίαση ανέφεραν τουλάχιστον μικρή έως μεγάλη έκπτωση της ποιότητας ζωής τους.

Δεν σταμάτησαν όμως εκεί. Οι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι το 78,7% των ανδρών και το 77,3% των γυναικών στενών συγγενών ή συντρόφων (των ασθενών) ανέφεραν μικρή ή μεγάλη υποβάθμιση της δικής τους ποιότητας ζωής.

Αυτό δείχνει ξεκάθαρα τον βαθμό στον οποίο αυτή η χρόνια δερματική νόσος έχει αρνητικό αντίκτυπο στην ευημερία των πασχόντων και του άμεσου περιβάλλοντός τους.

Πηγές:
Skin Health and Disease

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Ποιες τροφές δίνουν ποιοτική ενέργεια
Τι χρειάζεται να έχετε μαζί σας στο φαρμακείο διακοπών
Κοκκύτης: Μόλις το 3,7% των ενηλίκων έχουν επαρκή αντισώματα