Παιδιά των οποίων οι πατέρες κάπνιζαν, περίπου την περίοδο της σύλληψής τους, έχουν τουλάχιστον 15% υψηλότερο κίνδυνο ανάπτυξης της πιο συχνής μορφής παιδικού καρκίνου, ένα είδος λευχαιμίας, αναφέρει Αυστραλιανή έρευνα.

Αν και τα ευρήματα αναφέρουν πολλούς παράγοντες για την ανάπτυξη οξείας λεμφοβλαστικής λευχαιμίας στα παιδιά, η έρευνα ακολουθεί άλλες που επίσης έχουν ανακαλύψει αυξημένο κίνδυνο.

Η ερευνήτρια Elizabeth Milne, του Telethon Institute for Child Health Research, στην Αυστραλία, δήλωσε ότι αποτελέσματα ερευνών υποδεικνύουν ότι το πιο βαρύ κάπνισμα του πατέρα, περίπου την εποχή της σύλληψης, αποτελεί παράγοντα κινδύνου για εμφάνιση οξείας λεμφοβλαστικής λευχαιμίας στα παιδιά.

Αν και η λεμφοβλαστική λευχαιμία είναι ο περισσότερο συνήθης παιδικός καρκίνος είναι ακόμα σπάνιος, επηρεάζοντας περίπου 3 έως 5 παιδιά για κάθε 100.000.

Οι ερευνητές ρώτησαν οικογένειες σχεδόν 300 παιδιών με τη νόσο σχετικά με τις καπνιστικές συνήθειες των γονέων. Συνέκριναν επίσης τις οικογένειες με αυτές περισσότερων από 800 παιδιών παρόμοιας ηλικίας που δεν έπασχαν από λευχαιμία.

Η καπνιστική συμπεριφορά της μητέρας δεν είχε επίδραση στον κίνδυνο του παιδιού για εμφάνιση καρκίνου, αλλά παιδιά των οποίων οι πατέρες κάπνιζαν περίπου την περίοδο της σύλληψής τους είχαν 15% αυξημένες πιθανότητες για λευχαιμία.

Όσων κάπνιζαν οι πατέρες τουλάχιστον 20 τσιγάρα την ημέρα περίπου την ίδια εποχή είχαν 44% περισσότερες πιθανότητες να διαγνωστούν με τη νόσο.

Από 9 προηγούμενες αναφορές που χρησιμοποίησαν οι ερευνητές για σύγκριση στην τρέχουσα έρευνα, 6 ανακάλυψαν επίσης αυξημένο κίνδυνο.

Η Patricia Buffler, του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Μπέρκλει, που δεν έλαβε μέρος στην έρευνα, δήλωσε ότι η σημασία της έκθεσης στον καπνό και των παιδικών καρκίνων είχε παραμεληθεί μέχρι πρόσφατα.

Πρόσθεσε ότι καθώς ο καπνός είναι γεμάτος τοξίνες περιλαμβανομένων των καρκινογόνων ουσιών δεν είναι απίθανο να υπάρχει βλάβη στα κύτταρα που παράγουν σπέρμα.

Η Milne συμφώνησε, σημειώνοντας ότι σπέρμα με βλάβη στο DNA μπορεί να γονιμοποιήσει ένα ωάριο και ενδεχομένως να οδηγήσει σε νόσο τον απόγονο.

Ωστόσο, πρόσθεσε ότι η έρευνα δεν απέδειξε ότι η βλάβη του DNA στο σπέρμα προκάλεσε τη νόσο στα παιδιά, καθώς η ασθένεια πιθανόν προκαλείται από αριθμό παραγόντων.

Άλλοι περιβαλλοντικοί παράγοντες που συνδέονται με μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης παιδικής λευχαιμίας είναι η ιονίζουσα ακτινοβολία, όπως οι ακτίνες x και η έκθεση της μητέρας σε μπογιές ή φυτοφάρμακα στην εγκυμοσύνη.

Η έρευνα δημοσιεύεται στο περιοδικό ‘American Journal of Epidemiology’.

Πηγές:
‘American Journal of Epidemiology’.

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Περιεμμηνόπαυση: Ερωτήσεις που πρέπει να κάνετε στον γυναικολόγο σας
ECDC: Σημαντική αύξηση κρουσμάτων συγκυτιακού ιού - Ποιους απειλεί ο RSV
Διοικητές νοσοκομείων: Παράδοξα και αντιφάσεις ενός διαγωνισμού