Ένα Σαββατόβραδο του Νοεμβρίου του 2013, ένας ερευνητής στο υψίστης ασφαλείας κέντρο έρευνας της γρίπης Influenza Research Institute στο Μάντισον του Ουισκόνσιν, έκανε αυτό που οι επιστήμονες που εργάζονται εκεί φοβούνται περισσότερο απ’ όλα. Κατά λάθος τρύπησε το δάκτυλό του με μια βελόνα που περιείχε έναν δυνητικά θανατηφόρο ιό γρίπης και έβγαλε αίμα.

Αντιλαμβανόμενος τον κίνδυνο, ο επιστήμονας ψέκασε αμέσως το δάκτυλό του με απολυμαντικό και το έβαλε κάτω από τρεχούμενο νερό. Στη συνέχεια τον συμβούλευσαν να πιέσει την πληγή σε μια προσπάθεια να βγάλει το μολυσμένο αίμα.

Ο ερευνητής δεν έχει ταυτοποιηθεί, η ιστορία του, όμως, περιγράφεται λεπτομερώς στις σύγχρονες εκθέσεις εργαστηριακής ασφάλειας που έχουν δει οι Financial Times. Του είπαν να φορέσει καινούρια γάντια, να κάνει ντους και να απομονωθεί. Εν τω μεταξύ, η οικογένειά του παρέμεινε σε ξενοδοχείο για μια εβδομάδα προκειμένου να μπορέσει να μπει ο ερευνητής σε καραντίνα μόνος στο σπίτι του.

Το στέλεχος της γρίπης στην υπόθεση αυτή δεν ήταν ένας κανονικός εποχικός ιός. Το περιεχόμενο της σύριγγας είχε δημιουργηθεί τεχνητά στο εργαστήριο του Ουισκόνσιν, με τη συνένωση μιας μεταλλαγμένης εκδοχής της γρίπης των πτηνών H5N1 με μια πιο συνήθη ανθρώπινη εκδοχή της. Και δεν ήταν το πρώτο ατύχημα που συνέβη στο εργαστήριο. Μόλις μια εβδομάδα νωρίτερα, αναφορές που είχαν δει οι FT έδειχναν πως επιστήμονας είχε χύσει υγρό που περιείχε τον ιό H5N1.

Ο H5N1 είναι γνωστό πως είναι απίστευτα επικίνδυνος: το 60% των ανθρώπων που μολύνονται, πεθαίνουν. Το μόνο θετικό είναι πως δεν μπορεί να εξαπλωθεί εύκολα μεταξύ ανθρώπων. Ωστόσο, ο ιός της γρίπης που δημιουργήθηκε στο εργαστήριο του Ουισκόνσιν αναπαρήχθη αρκετά γρήγορα ώστε να εξαπλωθεί σε κουνάβια μέσω αερομεταφερόμενων σταγονιδίων που εισέπνευσαν. Αν ίσχυε το ίδιο και για τους ανθρώπους, όπως προειδοποίησε η ομάδα έρευνας, θα μπορούσε να προκαλέσει παγκόσμια πανδημία.

Μέχρι το 2013 αυτού του είδους τα πειράματα – όπου ένας παθογόνος οργανισμός ενισχύεται για να αυξηθεί η μεταδοτικότητά του ή η ικανότητά του να προκαλεί ασθένεια- σπανίως διεξάγονταν σε τόσο δυνητικά επικίνδυνους ιούς. Ο Yoshihiro Kawaoka, επικεφαλής του εργαστηρίου στο Ουισκόνσιν, είχε αποκαλύψει δημοσίως μόνο πως θα μπορούσε να κάνει τέτοια περίπλοκη εργασία "αυξημένης λειτουργικότητας" (gain-of-function) σε ιούς, δυο χρόνια νωρίτερα, προκαλώντας έντονη ανησυχία σε ορισμένους συναδέλφους του.

Το Πανεπιστήμιο του Ουισκόνσιν - Μάντισον ανακοίνωσε πως "από τότε που ξεκίνησε η εργασία στο εργαστήριο του Δρ. Kawaoka - το Influenza Research Institute - το πανεπιστήμιο έχει υιοθετήσει, δημιουργήσει και εφαρμόσει συστήματα και διαδικασίες ώστε να μπορέσουμε να ανταποκριθούμε στα υψηλότερα πρότυπα βιοασφάλειας".

Αλλά η αλληλογραφία μεταξύ του πανεπιστημίου και του National Institute of Health, που χρηματοδότησε το πρόγραμμα και το επέβλεπε, δείχνουν πως κυβερνητικοί αξιωματούχοι ανησυχούσαν πολύ για τα πρωτόκολλα ασφαλείας μετά τα ατυχήματα στο εργαστήριο του Kawaoka.

Στις επιστολές, που δόθηκαν στους FT στο πλαίσιο του Freedom of Information Act, αξιωματούχοι του NIH προσδιορίζουν αρκετά προβλήματα στις πρακτικές του εργαστηρίου, περιλαμβανομένης κατ’ αρχάς της χρήσης βελόνας, και του γεγονότος πως επετράπη στον ερευνητή να μπει σε καραντίνα στο σπίτι του.

Δεν υπήρξαν μολύνσεις που να προκλήθηκαν ως αποτέλεσμα των περιστατικών στο Ουισκόνσιν, ενώ και οι δυο ερευνητές ήταν καλά. Αλλά ένας μικρός αριθμός πολιτικών και αξιωματούχων των υπηρεσιών πληροφοριών αναρωτιούνται εάν ένα τέτοιο ατύχημα στην άλλη πλευρά του κόσμου θα μπορούσε να είχε πυροδοτήσει την πανδημία της Covid-19.

Γουχάν

Μεταξύ του 2015 και 2020, το εργαστήριο της Γουχάν έλαβε περίπου 600.000 δολάρια από χρήματα Αμερικάνων φορολογούμενων μέσω ενός τρίτου οργανισμού που ονομάζονταν EcoHealth Alliance, τον οποίον διαχειρίζονταν ο Βρετανός επιστήμονας Peter Daszak. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση έχει δαπανήσει πολύ μεγαλύτερα ποσά για τέτοιες εργασίες εντός των ΗΠΑ.

Ανάλυση των FT επί των δημοσίως διαθέσιμων στοιχείων, υποδηλώνει πως η αμερικανική κυβέρνηση έχει δαπανήσει πάνω από 30 εκατ. δολάρια τα τελευταία 15 χρόνια σε εγχώριες έρευνες που θα μπορούσαν εύλογα να χαρακτηριστούν από την αμερικανική κυβέρνηση ως έρευνα "αυξημένης λειτουργικότητας» σε παθογόνους οργανισμούς που θα μπορούσαν δυνητικά να προκαλέσουν πανδημία". Η διαμάχη αναφορικά με το τι συνέβη στη Γουχάν σημαίνει πως αυτή η εργασία στις ΗΠΑ πλέον εξετάζεται πιο εξονυχιστικά από ποτέ.

"Πιστεύω πως αυτό είναι ο πιο επικίνδυνος επιστημονικός τομέας στον κόσμο", ανέφερε ο Richard Ebright, καθηγητής χημικής βιολογίας του Rutgers University. "Δεν έχει σημασία εάν η Covid-19 διέρρευσε από την Γουχάν. Και μόνο το να γνωρίζουμε πως μπορεί να διέρρευσε, θα έπρεπε να είναι αρκετό για να αλλάξουμε την προσέγγισή μας".

Ατυχήματα 

Το 2014, ο Λευκός Οίκος υπό την προεδρία του Barak Obama, μετά από μια σειρά ατυχημάτων σε εργαστήρια υψίστης ασφαλείας στις ΗΠΑ, άρχισε να θέτει ερωτήματα αναφορικά με το τι έρευνες ακριβώς βοηθούσε η κυβέρνηση να χρηματοδοτηθούν.

Τον Ιούνιο, το US Centers for Disease Control and Prevention ανακοίνωσε πως 75 άτομα του προσωπικού του ενδέχεται να εκτέθηκαν άθελά τους σε ζωντανά βακτήρια άνθρακα. Έναν μήνα αργότερα, υπάλληλοι του NIH ανακάλυψαν τυχαία μια σειρά ξεχασμένων φιαλιδίων, δυο από τα οποία περιείχαν ζωντανά δείγματα ευλογιάς. Έναν μήνα αργότερα το CDC παραδέχθηκε πως είχε στείλει δείγματα κανονικού ιού γρίπης σε εξωτερικό εργαστήριο που κατά λάθος μολύνθηκε με το στέλεχος H5N1.

Τα ατυχήματα δεν αφορούσαν σε έρευνα "αυξημένης λειτουργικότητας". Αλλά ήταν αρκετά ανησυχητικά ώστε να πείσουν τους αξιωματούχους να επιβάλλουν μορατόριουμ στις κρατικές χρηματοδοτήσεις για τέτοιου είδους έρευνες στον Sars, τον Mers ή σε ιούς γρίπης – που θεωρούνται από πολλούς ειδικούς ως οι πιο ριψοκίνδυνες επιστημονικές έρευνες.

Το μορατίριουμ απείλησε να διαρρήξει τις στενές σχέσεις μεταξύ των υπηρεσιών υγείας των ΗΠΑ και αυτής της μικρής υπο-ομάδας της επιστημονικής κοινότητας. Αλλά στο τέλος το χρήμα συνέχισε να ρέει. Υπό τους όρους του μορατόριουμ, οποιοδήποτε project είχε ήδη εγκριθεί θα μπορούσε να συνεχίσει να έχει πρόσβαση σε δημόσιους πόρους –περιλαμβανομένων των έργων που υλοποιούσαν τόσο ο Baric όσο και ο Kawaoka.

Ο David Relman, καθηγητής ιατρικής στο Stanford University, επισημαίνει πως πολλά από τα πειράματα αυτά εμπίπτουν σε μια πιο απλή κατηγορία, αυτή της "εξαιρετικά ριψοκίνδυνης έρευνας".

 

Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο στο Euro2day

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Σχολικός εκφοβισμός: Πώς αντιμετωπίζεται από τους γονείς των θυμάτων [ελληνική μελέτη]
17 Σεπτεμβρίου Πανελλήνια Ημέρα Επισκεπτών Υγείας
Πώς προκαλείται η πιτυρίδα - Λύση σε έξι εβδομάδες