Το ποσοστό ανεργίας μεταξύ των ατόμων με διαγνωσμένη Διαταραχή Αυτιστικού Φάσματος προσεγγίζει το 70%, πολλαπλάσιο αυτού στον γενικό πληθυσμό. Μεταξύ όσων εργάζονται οι περισσότεροι βρίσκονται σε καθεστώς μερικής απασχόλησης, αμείβονται λιγότερο σε σύγκριση με τους νευροτυπικούς συνομηλίκους τους, ενώ αντιμετωπίζουν συνεχή προβλήματα να διατηρήσουν την εργασία τους, με αποτέλεσμα να βρίσκονται συχνά μπροστά στο φάσμα της ανεργίας και της αναζήτησης νέας εργασίας.
Πολυεθνικές εταιρίες έχουν αναπτύξει ειδικά προγράμματα για την ένταξη ατόμων με ΔΑΦ στο δυναμικό τους, χρησιμοποιώντας ψηφιακές τεχνολογίες και Τεχνητή Νοημοσύνη για την υποστήριξη των αναγκών τους, αλλά και για την αξιοποίηση των ιδιαίτερων δεξιοτήτων τους στην καινοτομία και στην παραγωγικότητα. Η Ελλάδα υστερεί σε ποσοστά ένταξης ατόμων με ΔΑΦ, τόσο στην αγορά εργασίας όσο και στην ανώτατη εκπαίδευση.
Το ζήτημα απασχόλησε συνέδριο με θέμα "Μετάβαση Ατόμων με Αναπτυξιακές Διαταραχές, Αυτισμό στην Αγορά Εργασίας" που πραγματοποιήθηκε στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, όπου επισημάνθηκε η ανάγκη ενίσχυσης των δράσεων για την εργασιακή υποστήριξη μιας συνεχώς αυξανόμενης ομάδας ατόμων.
Ένα στα 87 παιδιά στην Ελλάδα
Σύμφωνα με την αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του ΠΑΜΑΚ Χριστίνα Συριοπούλου - Δελλή, οι διαγνώσεις με ΔΑΦ αυξάνονται σταθερά τις τελευταίες δεκαετίες. Σήμερα έχει διαγνωστεί το 1% ως 1,5% του πληθυσμού στην Ε.Ε., ενώ στην Ελλάδα έρευνα του 2019 από το Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού προσδιόρισε τον επιπολασμό της ΔΑΦ στα παιδιά ηλικίας 10-12 ετών στο 1,15%. "Αυτό σημαίνει ότι στην Ελλάδα 1 στα 87 παιδιά λαμβάνει διάγνωση ΔΑΦ καθιστώντας σαφές ότι η διαταραχή αυτή δεν είναι πλέον σπάνιο φαινόμενο αλλά μια καθημερινή πραγματικότητα", σημείωσε, προσθέτοντας πως η αναλογία ανάμεσα στα δύο φύλα προσδιορίζεται σε 4,13 αγόρια προς 1 κορίτσι.
Η αξιοσημείωτη αύξηση μπορεί να αποδοθεί σε μια σειρά παραγόντων, όπως:
- η βελτίωση των διαγνωστικών εργαλείων,
- η αυξημένη ευαισθητοποίηση γονέων, εκπαιδευτικών και επαγγελματιών Υγείας,
- η αλλαγή στα διαγνωστικά κριτήρια και η συμπερίληψη ήπιων μορφών αυτισμού στο Φάσμα,
- περιβαλλοντικοί παράγοντες, όπως η μεγαλύτερη ηλικία των γονέων, η έκθεση σε τοξικές ουσίες και ορισμένοι γενετικοί μηχανισμοί.
"Τα άτομα με ΔΑΦ αντιμετωπίζουν κοινωνικές και επικοινωνιακές δυσκολίες, καθώς και αισθητηριακές ευαισθησίες. Ωστόσο διαθέτουν και μοναδικές ικανότητες, όπως η προσοχή στη λεπτομέρεια, η αναγνώριση προτύπων, η αφοσίωση σε ιδιαίτερα ενδιαφέροντα και η καινοτόμος σκέψη", υπογράμμισε η κ. Δελλή, προσθέτοντας πως "δεξιότητες όπως η λεπτομερής ανάλυση δεδομένων, η εξαιρετική μνήμη και η αναγνώριση μοτίβων είναι ιδιαίτερα πολύτιμα στην εποχή της τεχνολογικής και ψηφιακής οικονομίας".
Ποσοστά απασχόλησης
Μελέτη στη Δανία κατέδειξε πως τα άτομα με ΔΦΑ στην ηλικία των 25 είχαν, σε σύγκριση με συνομηλίκους τους χωρίς ΔΦΑ, πολύ χαμηλότερο ποσοστό:
- ολοκλήρωσης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (35,3% έναντι 78,2%),
- τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (8,6% έναντι 27%),
- απασχόλησης 27,2% έναντι 77,7%.
Η επίκουρη καθηγήτρια ψυχολογίας στο Αμερικανικό Κολλέγιο Ελλάδας και επιστημονική συνεργάτιδα στην Παιδοψυχιατρική Κλινική Παίδων Αγίας Σοφίας, Ματθίλδη Μαρίνα Μαρτίνου, παρουσίασε κάποια πρώτα αποτελέσματα ελληνικής μελέτης που βρίσκεται σε εξέλιξη, σε κοόρτη 700 ατόμων που έλαβαν διάγνωση ΔΦΑ σε παιδική ηλικία και σήμερα έχουν ενηλικιωθεί.
Μέχρι στιγμής έχουν απαντήσει 99 γονείς παιδιών με διάγνωση ΔΦΑ (76 αγοριών και 23 κοριτσιών) σε μέση ηλικία 22,9 ετών (18-31) και μέση ηλικία διάγνωσης 4,7 έτη. Το μεγαλύτερο ποσοστό έχει κάνει κάποια θεραπεία (π.χ. λογοθεραπεία, εργοθεραπεία), με μέση ηλικία έναρξης 4,3 έτη, το 57% είχαν παράλληλη στήριξη, το 53% πήρε φαρμακευτική αγωγή και το 27% έχει κάποιες διαγνωσμένες συννοσηρότητες. Εννέα στους δέκα μένουν με τους γονείς τους.
Το 44% του δείγματος σπουδάζουν ή ολοκλήρωσαν τις σπουδές τους. Οι 20 έχουν εισαχθεί στο πανεπιστήμιο με πανελλήνιες εξετάσεις, οι 11 εκ των οποίων έχουν χρησιμοποιήσει το λεγόμενο 5% για να εισαχθούν. Άλλοι 13 σπουδάζουν σε ΙΕΚ ή κολέγιο, ενώ 5 κάνουν και τα δύο παράλληλα.
Το 33% έχει εργαστεί ή εργάζεται σήμερα. Οι 11 εξ αυτών (1 στους 3) έχει ήδη αλλάξει πάνω από τρεις δουλειές.
Δουλειά: Έχουν δουλέψει ή δουλεύουν τώρα το 33%. 11 απ αυτούς (30%) έχουν κάνει πάνω από 3 δουλειές.
Απασχόληση ΑμΕΑ στην Ελλάδα
Σύμφωνα με την προϊσταμένη του Τμήματος Προάσπισης Δικαιωμάτων Μαθητών με Αναπηρία στο Υπουργείο Παιδείας, Αθηνά - Άννα Χριστοπούλου, και την εκπαιδευτικό ειδικής αγωγής, σύμβουλο Σταδιοδρομίας Βασιλική Φλώρου, πρόσφατα συγκριτικά στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υποδεικνύουν ότι το ποσοστό απασχόλησης των ατόμων με αναπηρία στη χώρα μας αγγίζει το 34%, έναντι του ευρωπαϊκού μέσου όρου που υπερβαίνει το 50%. Το ποσοστό αυτό μειώνεται αισθητά, κατά σχεδόν 10 μονάδες και αγγίζει το 25% σε συγκεκριμένες κατηγορίες αναπηρίας.
Στοχευμένες δράσεις και πολιτικές, όπως ο θεσμός της μαθητείας μπορούν να ενισχύσουν τις διαδικασίες μετάβασης
Για "αδιανόητο αποκλεισμό των ατόμων με αναπηρία από την αγορά εργασίας", έκανε λόγο η Φωτεινή Ζαφειροπούλου, υπεύθυνη Διεθνών Σχέσεων ΕΣΑμεΑ, τονίζοντας ότι "το πεδίο της εργασίας εξακολουθεί να αποτελεί για τα άτομα με αναπηρία και χρόνιες παθήσεις πεδίο απροσπέλαστο, σημαντικών φραγμών και διακρίσεων".
Σύμφωνα με το 14ο Δελτίο του Παρατηρητηρίου Θεμάτων Αναπηρίας της ΕΣΑμεΑ, που δημοσιεύτηκε το 2023:
- Μόλις το 23,7% των ατόμων με αναπηρία 20-64 ετών μετέχουν στον εργασιακά ενεργό πληθυσμό.
- Το ποσοστό των απασχολούμενων με σοβαρή αναπηρία ανέρχεται στο 18,4%, με το χάσμα απασχόλησης σε σύγκριση με τον πληθυσμό χωρίς αναπηρία να υπολογίζεται στις 50 μονάδες.
- Στο σύνολο των ανέργων με αναπηρία, το 65% αντιμετωπίζουν μακροχρόνια ανεργία (12 μήνες ή και περισσότερο).
- Το 57% των απασχολούμενων ατόμων με αναπηρία βρήκαν εργασία μέσω φίλων, συγγενών ή γνωστών, έναντι ποσοστού 38% ατόμων χωρίς αναπηρία.
Ειδήσεις υγείας σήμερα
Ο ΕΕΣ στη μεγάλη επιχειρησιακή άσκηση ετοιμότητας στο Γ.Ν.Π.Α Π. & Α. ΚΥΡΙΑΚΟΥ
Αντιδιαβητικά φάρμακα κατά της παχυσαρκίας: "Δεν είναι για να μπούμε σε μικρότερο νούμερο"
21μελής ομάδα εργασίας για τις κλινικές μελέτες - Συντονίστρια η Λ. Βιλδιρίδη - Ποιοι μετέχουν