Το ιοαστατικό remdesivir, το οποίο χρησιμοποιείται στις ΗΠΑ και την Ευρώπη για τη θεραπεία ασθενών με COVID-19, δεν μπόρεσε σε μια διεθνή μελέτη από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), όπως και τρεις άλλες τρεις ουσίες, να μειώσουν την θνησιμότητα (υδροξυχλωροκίνη, ριτοναβίρη / λοπιναβίρη και ιντερφερόνη βήτα 1α) όπως δείχνουν τα αποτελέσματα της μελέτης που δημοσιεύθηκαν στο medRxiv.

Η μελέτη DisCoVeRy εγκρίθηκε τον Φεβρουάριο σε επιστημονικό φόρουμ του Π.Ο.Υ. Στόχος ήταν να δοκιμαστούν τέσσερα γνωστά δραστικά συστατικά με πιθανή ιοστατική επίδραση σε όσο το δυνατόν περισσότερους ασθενείς.

Το χρονικό διάστημα μεταξύ 22 Μαρτίου - 4 Οκτωβρίου, συνολικά 11.330 ασθενείς σε 405 κλινικές σε 30 χώρες τυχαιοποιήθηκαν για θεραπεία με μία από τις τέσσερις προαναφερόμενες ουσίες.

Τα κριτήρια συμπερίληψης περιελάμβαναν αποδεδειγμένη λοίμωξη με SARS-CoV-2, η οποία είχε οδηγήσει σε σοβαρή ασθένεια. Ο κορεσμός οξυγόνου στους ασθενείς έπρεπε να μειωθεί τουλάχιστον στο 94% ή να υπήρχε οξεία πνευμονική ανεπάρκεια που απαιτεί οξυγόνο ή μηχανικό αερισμό.

Οι συμμετέχοντες στη μελέτη ήταν ήδη σε σοβαρή κατάσταση και έπρεπε να υποβληθούν σε θεραπεία στο νοσοκομείο: το 63% αυτών έλαβε οξυγόνο, το άλλο 8% υποβλήθηκε σε μηχανικό αερισμό.  Στο 78% αυτών νόσησαν και οι δύο πνεύμονες. Οι πιο συνηθισμένοι παράγοντες κινδύνου για ένα δυσμενές αποτέλεσμα ήταν η ηλικία άνω των 70 ετών (19%, συν 45% μεταξύ των ηλικιών 50 και 69), ο σακχαρώδης διαβήτης (25%), οι καρδιακές παθήσεις (21%) και η χρόνια πνευμονοπάθεια (6%).

Υπό αυτές τις συνθήκες, η πρόγνωση για πολλούς ασθενείς ήταν δυσμενής. Μέχρι την 28η ημέρα μετά την έναρξη της θεραπείας, 1.253 ασθενείς (11,8%) πέθαναν. Δεν υπήρχαν διαφορές μεταξύ των τεσσάρων τρόπων θεραπείας.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα που ανέφερε ο Hongchao Pan και οι συνεργάτες του από το Nuffield Department of Population Health του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, οι σχετικοί κίνδυνοι θνησιμότητας για το remdesivir ήταν 0,95 (διάστημα εμπιστοσύνης 95% 0,81 έως 1,11), για την υδροξυχλωροκίνη 1.19 (0, 89 έως 1,59), για τη λοπιναβίρη / ριτοναβίρη 1,00 (0,79 έως 1,25) και για την ιντερφερόνη βήτα 1α 1,16 (0,96 έως 1,39).

Για την υδροξυχλωροκίνη και τη λοπιναβίρη / ριτοναβίρη τα αποτελέσματα δεν αποτελούν έκπληξη.

Το προηγούμενο φάρμακο κατά της ελονοσίας είχε απογοητεύσει ήδη σε αρκετές προηγούμενες μελέτες. Μια πρόσφατη μετα-ανάλυση με βάση 27 μικρότερες τυχαιοποιημένες μελέτες με 167 θανάτους διαπίστωσε σχετικό κίνδυνο θανάτου 1,00 (0,71 έως 1,42).

Οι ειδικοί θεωρούν ότι το remdesivir μπορεί απλώς να επιβραδύνει την πορεία της COVID-19.

Για την ιντερφερόνη-βήτα 1α δεν υπήρξαν μέχρι σήμερα αποτελέσματα από μεγάλες μελέτες θνησιμότητας. Η προσδοκία ήταν ότι η ιντερφερόνη, μια σημαντική κυτοκίνη στο έμφυτο ανοσοποιητικό σύστημα, θα μπορούσε να μειώσει τον κίνδυνο θανάτου.

Ωστόσο, αυτό δεν συνέβη ούτε στη συνολική ομάδα ούτε σε ασθενείς που είχαν λάβει ταυτόχρονα λοπιναβίρη / ριτοναβίρη.

Πηγές:
medRxiv

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Κίνδυνος απόσυρσης υλικών για τον διαβήτη και αποχώρησης εταιρειών
Δίαιτα MIND: Τι είναι και ποιοι πρέπει να την ακολουθήσουν
Ο Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός εγκαινιάζει την κινητή μονάδα ψυχοκοινωνικής υποστήριξης στην πλατεία Συντάγματος