Ο αστικός χώρος χαρακτηρίζεται από μεγάλη συγκέντρωση κεφαλαίου, κτιρίων, υποδομών, εξοπλισμού. Η συγκέντρωση αυτή έχει και τις αρνητικές της συνέπειες. Για ορισμένους μάλιστα ‘οι σημερινές πόλεις είναι η αποτυχία του αιώνα’.
Η διάσκεψη κορυφής ‘Habitat ΙΙ’, το 1996, έριξε φως στα σχετικά προβλήματα. Ο συνωστισμός, η κοινωνική αποξένωση, οι υποβαθμισμένες συνθήκες διαβίωσης, η περιορισμένη προσφορά οικονομικά προσιτής γης, η έλλειψη δημοσίων αγαθών όπως το νερό, ο καθαρός αέρας, ο ελεύθερος χώρος, αποτελούν ορισμένες μόνο από τις παθολογίες της αστικοποίησης.
Τα χαρακτηριστικά της σύγχρονης πόλης αποτελούν σημαντικούς παράγοντες κινδύνου για την υγεία των κατοίκων. Δύο από τους παράγοντες αυτούς, η ατμοσφαιρική ρύπανση και το νερό τα έχουμε ήδη παρουσιάσει σε προηγούμενα κείμενα.
Εκτός, όμως, από την ποιότητα του αέρα και του πόσιμου νερού, η υγεία των κατοίκων μιας πόλης κινδυνεύει επίσης από τα απόβλητα, το θόρυβο, την έλλειψη χώρου και την κοινωνική αποδιοργάνωση.
Ο τεράστιος όγκος αποβλήτων που παράγει η σύγχρονη πόλη και που αποβάλλονται κατά κανόνα έξω από αυτή, αποτελεί ίσως το μεγαλύτερο περιβαλλοντικό πρόβλημα της αστικοποίησης. Η διαχείριση των αποβλήτων απορροφά σχεδόν το 1/3 των περιβαλλοντικών δαπανών των πόλεων.
Αν και ο εξορθολογισμός του αστικού μεταβολισμού θα έπρεπε να στηρίζεται στην πρόληψη των αποβλήτων μέσω της μείωσης της παραγωγής τους, οι δαπάνες αυτές αφορούν κυρίως προγράμματα ανακύκλωσης. Οι αρχές της οικοαποτελεσματικότητας και του οικοσχεδιασμού στη βιομηχανία θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε λιγότερα και πιο ποιοτικά απόβλητα.
Σε ορισμένες περιοχές της Μ. Βρετανίας έχει επιτευχθεί μείωση των αποβλήτων κατά 35%. Στην Πάρμα της Ιταλίας, τα ποιοτικά απόβλητα μετατρέπονται σε οικοδομικά υλικά, στο Ρίμινι τα οργανικά απόβλητα των ξενοδοχείων σε γεωργικά λιπάσματα.
Οι πολίτες που συμμετέχουν στη διαδικασία αυτή ‘ανταμείβονται’ με φυτά.
Ο θόρυβος, που προκαλείται από τις μεταφορικές, τις βιομηχανικές και τις ψυχαγωγικές δραστηριότητες στην πόλη, αποτελεί επίσης ένα από τα σοβαρότερα περιβαλλοντικά προβλήματα, με σημαντικές συνέπειες στην υγεία των κατοίκων.
Αν και ο άνθρωπος προσαρμόζεται σε ευρύ φάσμα εντάσεων του θορύβου, υπάρχουν ορισμένα όρια στην προσαρμοστική αυτή ικανότητα.
Ο πολύ έντονος, απροσδόκητος ή μόνιμος θόρυβος δυσχεραίνουν την προσαρμοστική ικανότητα του ατόμου. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, έρευνες έχουν διαπιστώσει ότι το 17-22% του πληθυσμού εκτίθεται συνεχώς, σε όλη τη διάρκεια της ημέρας, σε επικίνδυνα υψηλές στάθμες εξωτερικού θορύβου (>65db), ενώ το 40% εκτίθεται σε στάθμες θορύβου που προκαλούν σοβαρές ενοχλήσεις (55-65db).
Oι δυσμενείς επιπτώσεις του θορύβου στην υγεία περιλαμβάνουν παρενόχληση του ύπνου, διάσπαση της προσοχής, ακουστικές διαταραχές, ψυχολογικές διαταραχές, διαταραχές του καρδιαγγειακού συστήματος, μείωση της ευεξίας. Υψηλές στάθμες θορύβου (>85db), που αναπτύσσονται σε κέντρα διασκέδασης και σε ορισμένα μεταφορικά μέσα, καταλήγουν συνήθως σε απώλεια της ακουστικής οξύτητας, η οποία είναι μάλιστα μη αναστρέψιμη, λόγω καταστροφής των νευρικών κυττάρων.
Επίσης, η έκθεση σε θόρυβο αυξάνει την αρτηριακή πίεση και την καρδιακή συχνότητα και διαταράσσει την ορμονική λειτουργία.
Το ιδιωτικό αυτοκίνητο, που αναδεικνύεται στο χειρότερο εχθρό των πόλεων, επιβαρύνει σημαντικά την υγεία των κατοίκων. Εκτός από τις σοβαρές επιπτώσεις λόγω των τροχαίων ατυχημάτων, το αυτοκίνητο αποτελεί τη μεγαλύτερη πηγή βασικών ατμοσφαιρικών ρύπων και θορύβου.
Επιπλέον, ο εκνευρισμός και το άγχος από την κυκλοφοριακή συμφόρηση, καθώς και η παρακώλυση της κυκλοφορίας ακόμα και στα πεζοδρόμια, αποτελούν παράγοντες κινδύνου για τη σωματική και ψυχική υγεία των κατοίκων.
Το αυτοκίνητο θα πάψει να είναι το κυρίαρχο μεταφορικό μέσο στις πόλεις μόνο όταν προσφερθούν στους πολίτες ελκυστικές εναλλακτικές λύσεις. Σε ορισμένες πόλεις της Γερμανίας κυκλοφορούν ήδη οχήματα χαμηλού θορύβου σε περιοχές προστατευόμενες από την ηχορύπανση, ενώ σε πολλές πόλεις επανεμφανίζονται τα τραμ.
Στο Τόκιο, μόνο το 1% των κατοίκων χρησιμοποιεί πλέον ιδιωτικό αυτοκίνητο στις μετακινήσεις του.
Η έλλειψη χώρου για δημόσιες λειτουργίες, για ψυχαγωγία και για πράσινο αποτελεί σημαντικό πρόβλημα σε πολλές πόλεις, ιδιαίτερα στις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες. Η έλλειψη κήπων, μεγάλων πλατειών και λεωφόρων με δενδροφύτευση επιβαρύνει την ατμοσφαιρική ρύπανση και επιδεινώνει την υπερθέρμανση της πόλης, ενώ επιδρά δυσμενώς και στην κοινωνική και ψυχική ευεξία των κατοίκων.
Στο λεκανοπέδιο Αττικής, το ‘αστικό πράσινο’ καταλαμβάνει μόνο το 1,5-2,5% του χώρου.
Επίσης, ο συνωστισμός που χαρακτηρίζει τις πυκνοκατοικημένες σύγχρονες πόλεις αυξάνει την ψυχοπαθολογία των κατοίκων, την παθολογική κοινωνική συμπεριφορά, την εγκληματικότητα. Όταν μάλιστα συνυπάρχουν και άλλοι επιβαρυντικοί παράγοντες, όπως η φτώχεια, οι υποβαθμισμένες συνθήκες κατοικίας, κ.ά., οι αρνητικές επιδράσεις του συνωστισμού γίνονται ιδιαίτερα έντονες.
Σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν και οι κοινωνικές σχέσεις. Στο πυκνοκατοικημένο Τόκιο παρουσιάζονται πολύ λιγότερα προβλήματα απ' ό,τι στην πυκνοκατοικημένη Νέα Υόρκη. Το Τόκιο έχει χαμηλή ανεργία, οι οικογενειακοί και κοινωνικοί θεσμοί είναι ισχυροί και το κράτος παρέχει αποτελεσματική κοινωνική στήριξη.
Απειλή για την ψυχική υγεία των κατοίκων στις σύγχρονες πόλεις αποτελεί επίσης το άγχος, η απομόνωση, η έλλειψη χρόνου και η έλλειψη φυσικής άσκησης, που χαρακτηρίζουν την καθημερινή ζωή. Η ‘εχθρικότητα’ του αστικού περιβάλλοντος, που είναι πολύ πιο απειλητική για τις ευπαθείς ομάδες του αστικού πληθυσμού, όπως είναι τα παιδιά, οι ηλικιωμένοι και τα άτομα με ειδικές ανάγκες, δεν σχετίζεται απαραίτητα με υποβαθμισμένες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες.
Φτωχογειτονιές μεγαλουπόλεων είναι συχνά πιο ανθρώπινες και φιλικές απ’ ό,τι μεσοαστικές περιοχές όπου έχει χαθεί το στοιχείο της γειτονιάς, των διαπροσωπικών σχέσεων και των κοινωνικών συναναστροφών. Η έλλειψη αυτή είναι ιδιαίτερα έντονη στα μεγάλα οικοδομικά συγκροτήματα, τα οποία χαρακτηρίζουν πολλές από τις σύγχρονες πόλεις.
Ειδήσεις υγείας σήμερα
Διοικητές νοσοκομείων: Παράδοξα και αντιφάσεις ενός διαγωνισμού
ΕΔΟΕΑΠ - ΤΥΠΕΤ στις ρυθμίσεις ΕΟΠΥΥ για τη φαρμακευτική δαπάνη - Γεωργιάδης: Θα βγουν κερδισμένοι
Μιχ. Γιαννάκος: Γιατί είναι χαμηλή η συμμετοχή στις απεργίες των υγειονομικών