Η πείνα και ο υποσιτισμός είναι οι βασικότερες αιτίες ασθένειας και θανάτου στις αναπτυσσόμενες χώρες. Αντιθέτως, οι διαταραχές διατροφής (βουλιμία, ανορεξία κ.α.) και η παχυσαρκία είναι τα κυριότερα διατροφικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ανεπτυγμένες χώρες.
Τα διατροφικά αυτά προβλήματα επηρεάζουν και τη γυναικεία γονιμότητα.
Η λειτουργία του αναπαραγωγικού συστήματος συνδέεται στενά με τη διατροφική κατάσταση της γυναίκας. Οι επιστημονικές μελέτες καταδεικνύουν ότι η ελλειπής διατροφή και η χαμηλή θερμιδική πρόσληψη αναστέλλουν τη φυσιολογική λειτουργία του αναπαραγωγικού συστήματος και η γονιμοποίηση εμποδίζεται σε γυναίκες που έχουν χάσει πρόσφατα κιλά και παίρνουν λιγότερη ενέργεια μέσω της τροφής από όση χρειάζεται ο οργανισμός τους για να συντηρηθεί.
Η νευρική ανορεξία και η νευρική βουλιμία πλήττουν πάνω από το 5% των γυναικών που βρίσκονται σε αναπαραγωγική ηλικία. Οι δύο παραπάνω παθήσεις προκαλούν συχνά αμηννόροια, έλλειψη γονιμότητας και εάν τελικά υπάρξει σύλληψη αυξάνουν την πιθανότητα πρόωρης αποβολής.
Από την άλλη, η παχυσαρκία μπορεί να επηρέσει τη γονιμότητα των γυναικών μέσω του μεταβολισμού των λιποκυττάρων και μέσω της έκκρισης στεροειδών και πρωτεΐνών όπως η λεπτίνη και η αντιπονεκτίνη. Επιπλέον, οι επιδράσεις της παχυσαρκίας στο ήπαρ και το πάγκρεας μπορεί να μεταβάλλουν τις φυσιολογικές εκκρίσεις της ινσουλίνης και κάποιων αναπαραγωγικών ορμονών και να δυσχεράνουν περαιτέρω την προσπάθεια για σύλληψη.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας υπολογίζεται ότι το 9-25% των γυναικών στις ανεπτυγμένες χώρες πάσχουν από παχυσαρκία και οι παχύσαρκες μητέρες έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να αποκτήσουν παχύσαρκα παιδιά, ειδικά όταν εμφανίζεται διαβήτης κύησης.
Αξίζει να αναφερθεί ότι γυναίκες που πάσχουν από παχυσαρκία διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσουν διαταραχές κατά την εγκυμοσύνη όπως η υπέρταση, ο διαβήτης κύησης και η πρόωρη αποβολή.
Οι στρατηγικές για την αποφυγή των διαταραχών διατροφής και της παχυσαρκίας σε ηλικίες αναπαραγωγής στις γυναίκες συμπεριλαμβάνουν τη μακροπρόθεσμη υιοθέτηση ενός ιδεατού βάρους και τη διατροφική εκπαίδευση των γυναικών παράλληλα με την προαγωγή ενός τρόπου ζωής με έμφαση στη φυσική δραστηριότητα.
Ο υποσιτισμός οδηγεί σε αμηνόρροια και έλλειψη γονιμότητας και άρα οι γυναίκες που βρίσκονται σε αναπαραγωγική ηλικία θα πρέπει να αποφεύγουν τα αυστηρά προγράμματα διατροφής και να προσπαθούν να χάνουν βάρος μέσω ενός ισορροπημένου διαιτολογίου και μέσω της αύξησης της φυσικής τους δραστηριότητας.
Οι μεγάλες διακυμάνσεις στο βάρος και στην προσλαμβανόμενη ενέργεια αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης αναπαραγωγικών προβλημάτων. Πολλές παχύσαρκες γυναίκες καταφέρνουν να συλλάβουν και να έχουν μια φυσιολογική εγκυμοσύνη και τοκετό, ωστόσο είναι αδιαμφισβήτητο επιστημονικό δεδομένο ότι οι παχύσαρκες γυναίκες τείνουν να αποκτούν παχύσαρκα παιδιά με αυξημένα επίπεδα λίπους.
Σε αυτές τις γυναίκες συστήνεται απώλεια βάρους με χαμηλούς ρυθμούς πριν την προσπάθεια για γονιμοποίηση.
Σε κάθε περίπτωση, όλα τα επιστημονικά δεδομένα συγκλίνουν στη σύσταση ότι οι γυναίκες πρέπει να μένουν έγκυες έχοντας σωματικό βάρος κάτω από 70 κιλά, ώστε να ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος επιπλοκών κατά την εγκυμοσύνη και ο κίνδυνος γέννησης υπέρβαρου βρέφους.
Επιπρόσθετα, η επαρκής θερμιδική πρόσληψη και η αποφυγή απότομης απώλειας βάρους αποτελούν σημαντικούς αρωγούς στην προσπάθεια γονιμοποίησης.
Ειδήσεις υγείας σήμερα
Εορταστικές ημέρες διατροφής: Δες το αλλιώς
Κίρρωση ήπατος: Όσα πρέπει να γνωρίζετε
Γιατί υπάρχει τόσο στρες στις γιορτές