Το οικογενειακό ιστορικό δευτερογενούς υπέρτασης, η νεότερη ηλικία, το χαμηλότερο σωματικό βάρος και το αυξημένο φορτίο αρτηριακής πίεσης με τη χρήση 24ωρης περιπατητικής παρακολούθησης της αρτηριακής πίεσης, σχετίζονται με μεγαλύτερη πιθανότητα ανεύρεσης δευτερογενούς υπέρτασης.
Αυτό έδειξαν κλινικά ευρήματα μελετών που σχετίζονται με τη δευτερογενή υπέρταση και που περιελάμβαναν ηλικίες 6 ετών και λιγότερο, ιστορικό προωρότητας κατά τη γέννηση, οικογενειακό ιστορικό δευτερογενούς υπέρτασης, χαμηλό σωματικό βάρος, μικροαλβουμινουρία, συγκέντρωση ουρικού οξέος στον ορό 5,5 mg/dL ή χαμηλότερη και αυξημένο φορτίο αρτηριακής πίεσης με τη χρήση 24ωρης περιπατητικής παρακολούθησης της αρτηριακής πίεσης.
Οι κατευθυντήριες γραμμές συνιστούν να υποβάλλονται όλα τα παιδιά και οι έφηβοι με υπέρταση σε αξιολόγηση για δευτερογενή αίτια. Ο εντοπισμός κλινικών παραγόντων που σχετίζονται με τη δευτερογενή υπέρταση μπορεί να μειώσει τις περιττές εξετάσεις για τα άτομα με πρωτογενή υπέρταση.
Για τις ανάγκες των μελετών έγινε αναζήτηση στις βάσεις δεδομένων MEDLINE, PubMed Central, Embase, Web of Science και Cochrane Library από την έναρξη έως τον Ιανουάριο του 2022.
Δύο συγγραφείς εντόπισαν μελέτες που περιγράφουν κλινικά χαρακτηριστικά σε παιδιά και εφήβους με πρωτογενή και δευτερογενή υπέρταση.
Για κάθε κλινικό εύρημα σε κάθε μελέτη, δημιουργήθηκε ένας πίνακας 2 × 2 που περιλάμβανε τον αριθμό των ασθενών με και χωρίς το εύρημα που είχαν πρωτογενή έναντι δευτερογενούς υπέρτασης.
Ο κίνδυνος μεροληψίας αξιολογήθηκε με τη χρήση του εργαλείου Quality Assessment of Diagnostic Accuracy Studies (Αξιολόγηση της ποιότητας των μελετών διαγνωστικής ακρίβειας).
Χρησιμοποιήθηκε επίσης μοντελοποίηση τυχαίων επιδράσεων για τον υπολογισμό της ευαισθησίας, της ειδικότητας και των λόγων πιθανότητας (LR).
Από 3.254 μοναδικούς τίτλους και περιλήψεις που ελέγχθηκαν, 30 μελέτες πληρούσαν τα κριτήρια ένταξης για τη μετα-ανάλυση και 23 (Ν = 4210 παιδιά και έφηβοι) χρησιμοποιήθηκαν για τη συγκέντρωση στη μετα-ανάλυση.
Στις 3 μελέτες που διεξήχθησαν σε κλινικές πρωτοβάθμιας περίθαλψης ή σε σχολικές κλινικές ελέγχου, ο επιπολασμός της δευτερογενούς υπέρτασης ήταν 9,0%
Στις 20 μελέτες που διεξήχθησαν σε κλινικές υποειδικότητας, ο επιπολασμός της δευτερογενούς υπέρτασης ήταν 44% .
Τα δημογραφικά ευρήματα που συσχετίστηκαν πιο ισχυρά με τη δευτεροπαθή υπέρταση ήταν το οικογενειακό ιστορικό δευτεροπαθούς υπέρτασης, το βάρος στο 10ο εκατοστημόριο ή χαμηλότερο για την ηλικία και το φύλο, το ιστορικό προωρότητας και η ηλικία 6 ετών ή μικρότερη.
Οι εργαστηριακές μελέτες που σχετίζονταν περισσότερο με τη δευτερογενή υπέρταση ήταν η μικροαλβουμινουρία και η συγκέντρωση ουρικού οξέος στον ορό 5,5 mg/dL ή χαμηλότερη.
Τα ευρήματα που σχετίζονταν με μειωμένη πιθανότητα δευτερογενούς υπέρτασης ήταν η ασυμπτωματική παρουσίαση, η παχυσαρκία και το οικογενειακό ιστορικό οποιασδήποτε υπέρτασης.
Το στάδιο της υπέρτασης, ο πονοκέφαλος και η υπερτροφία της αριστερής κοιλίας δεν διέκριναν τη δευτερογενή από την πρωτογενή υπέρταση.
Ειδήσεις υγείας σήμερα
Περιεμμηνόπαυση: Ερωτήσεις που πρέπει να κάνετε στον γυναικολόγο σας
ECDC: Σημαντική αύξηση κρουσμάτων συγκυτιακού ιού - Ποιους απειλεί ο RSV
Διοικητές νοσοκομείων: Παράδοξα και αντιφάσεις ενός διαγωνισμού